Ιστορικά στοιχεία της ευρύτερης περιοχής Παιονίας - [1912 μέχρι το 1939]

Ἔρευνα - παρουσίαση: Θεόδωρος Π. Μποράκης


Α΄ Βαλκανικὸς Πόλεμος

Στὶς 15 Ὀκτωβρίου 1912, τὸ χωριὸ Γρίβα[1] ὑπέστη σχεδὸν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ ἀπὸ πυρκαγιὰ ποὺ προκάλεσαν οἱ Τοῦρκοι κατὰ τὴν ἀπελευθέρωση κι ἐνσωμάτωσή του στὸ Ἑλληνικὸ Βασίλειο. Πολλοὶ κάτοικοι φονεύθηκαν ἐνῶ διασώθηκε τὸ σχολεῖο καὶ ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.

Στὶς 23 Ὀκτωβρίου 1912, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἀπελευθέρωσε τὴ Γουμένισσα Παιονίας.

Μὲ τὴν ὑποχώρηση τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ, σκόρπιες βουλγαρικὲς στρατιωτικὲς δυνάμεις ἐπιχείρησαν νὰ παγιώσουν τὴ θέση τους στὴ Γουμένισσα, ἐνδεχόμενο ποὺ ἀπέτρεψε ὁ ἑλληνικὸς στρατός.[2]

Στὶς 24 Ὀκτωβρίου 1912, ἐγκαταστάθηκαν στὰ χωριὰ Ἅγιος Πέτρος καὶ Κουφάλια οἱ VI καὶ IV Μεραρχίες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ προκειμένου νὰ ἐγκαταστήσουν τμήματα ἀσφαλείας μέχρι νὰ κατασκευαστεῖ γέφυρα στὸν Ἀξιὸ ποταμὸ γιὰ τὴν προώθηση τοῦ στρατοῦ στὴν τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη.[3]

Στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1912, καταλήφθηκε ἡ πόλη τοῦ Κιλκὶς ἀπὸ τὸν βουλγαρικὸ στρατό.[4]

Στὶς 17 Μαΐου 1913, Βούλγαροι δολοφόνησαν στὴ Γευγελὴ Ἕλληνες πατριῶτες.[5]



[1]  Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Γρίβα Κιλκίς».

[2] Ἱστοσελίδα «Μαχητής». Ἄρθρο τοῦ Χρήστου Ἴντου «Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Γουμένισσας (23/10/1912) καὶ ἡ νικηφόρος πορεία τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ».

[3] «Διάβασις τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ καὶ προέλασις τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ» http://www.scribd. com/fullscreen/111051992?access_key=key-2dndt7bl2t2mcgvpmjb9&allow_share=true&es cape=false&view_mode=scroll

[4] Γιῶργος Ἐχέδωρος, «Ἱστορία τοῦ Κιλκίς», Κιλκὶς, 1996.

[5] file:///D:/Downloads/442-2407-1-PB.pdf


Διάβαση Ἀξιοῦ ποταμοῦ καὶ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης. Χάρτης Γ.Ε.Σ. 

Β΄ Βαλκανικὸς Πόλεμος

 

19η Ἰουνίου 1913: Ἡ μάχη τοῦ Κιλκὶς - Λαχανᾶ

Ἀπὸ πηγὲς τοῦ διαδικτύου[1] παρατίθενται οἱ πληροφορίες τῆς σημαντικῆς, γιὰ τὸν Νομὸ Κιλκὶς ἀλλὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα, μάχης: «Οἱ πολύνεκρες μάχες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἐναντίον τῶν Βούλγαρων, ἀποτέλεσαν προπομπὸ στὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας, σηματοδοτώντας παράλληλα τὸ τέλος τῆς βουλγαρικῆς παρουσίας στὶς θάλασσες τοῦ Αἰγαίου καὶ τὶς ὅποιες φιλοδοξίες τῶν «γειτόνων» γιὰ κατάκτηση τῆς Θεσσαλονίκης. 

Οἱ Βούλγαροι, εἶχαν καταλάβει τὸ Κιλκὶς στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1912 καὶ θὰ χρησιμοποιοῦσαν τὴν τοποθεσία, ὡς ὁρμητήριο κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης ἀλλὰ καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Μακεδονίας. Συγκεκριμένα, ὁ βουλγαρικὸς στρατὸς σκόπευε στὶς 19 Ἰουνίου νὰ καταλάβει τὴ Θεσσαλονίκη, ὡστόσο μὲ ἀστραπιαῖες κινήσεις, καὶ μὲ ἐπιθετικὲς ἐνέργειες, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἀνάγκασε τὴ βουλγαρικὴ πλευρὰ σὲ ἄμυνα στὴν τοποθεσία Κιλκὶς - Λαχανά.

Ἡ μορφολογία τῆς τοποθεσίας προσφερόταν γιὰ ἀποτελεσματικὸ ἀμυντικὸ ἀγώνα, ἐνῶ ταυτόχρονα παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες στὶς κινήσεις τμημάτων πεζικοῦ πρὸς βορρὰ καὶ ἀνατολή. Ὁ ἑλληνικὸς στρατός, θὰ προέλαυνε ἀρχικὰ πρὸς τὸ Κιλκὶς (βόρεια) μὲ τὴν 2η, 3η, 4η, 5η και 10η Μεραρχίες Πεζικοῦ, καθὼς καὶ μία Ταξιαρχία Ἱππικοῦ. Ταυτόχρονα, οἱ 6η και 7η Μεραρχίες, θὰ προέλαυναν πρὸς τὸν Λαχανὰ (ἀνατολικὰ) οὕτως ὥστε νὰ καταληφθεῖ ἡ δίοδος πρὸς τὶς Σέρρες. 

Ἡ 2η βουλγαρικὴ στρατιὰ ἐγκατέστησε ἀμυντικὰ μία μεραρχία καὶ τρεῖς Ταξιαρχίες Πεζικοῦ, ἐνῶ διέθετε καὶ ἕνα Σύνταγμα Ἱππικοῦ γιὰ τὴν ἐκτέλεση ἀντεπιθέσεων.

Ἀπὸ τὸ πρωὶ τῆς 19ης Ἰουνίου, τὰ ἑλληνικὰ τμήματα ἀπώθησαν τὶς βουλγαρικὲς δυνάμεις. Τὸ βράδυ τῆς ἴδιας μέρας ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς εἶχε καταλάβει τὸ ὕψωμα Γερμανικό, τὸ χωριὸ Ὄσσα Θεσσαλονίκης καὶ τὴν περιοχὴ Σκεπαστοῦ. Τὸ πρωὶ τῆς ἐπομένης 20ῆς Ἰουνίου ξεκίνησε ἡ κύρια ἑλληνικὴ ἐπίθεση. Καθόλη τὴ διάρκεια τῆς μάχης οἱ 1η καὶ 6η Μεραρχίες προσπάθησαν μὲ αὐταπάρνηση νὰ πλησιάσουν σὲ ἀπόσταση ἐφόδου τὶς βουλγαρικὲς γραμμές. Τὰ πυρὰ ὅμως τῆς βουλγαρικῆς πλευρᾶς ἦταν καταιγιστικά, καθὼς ἡ περιοχὴ ἦταν ἐντελῶς ἀκάλυπτη καὶ εὐνοοῦσε τὸν ἀμυνόμενο. Παρόλα αὐτὰ ἡ 7η Μεραρχία συνέχισε ἐπιτυχῶς τὴν προέλαση καὶ εἰσῆλθε στὴ Νιγρίτα, ἀνατολικὰ τοῦ Λαχανᾶ.

Τὴν ἐπόμενη μέρα, στὶς 21 Ἰουνίου τὸ μεσημέρι ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἔφτασε σὲ ἀπόσταση ἐφόδου καὶ ἐξαπέλυσε γενικὴ ἐπίθεση διὰ τῆς λόγχης. Στὶς 16.00 ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς εἰσῆλθε στὸν Λαχανὰ καταδιώκοντας τὰ βουλγαρικὰ τμήματα μέχρι τὴν κοιλάδα τοῦ ποταμοῦ Στρυμώνα.

Ἡγετικὸ ρόλο στὴ μάχη αὐτὴ εἶχε καὶ ὁ Φωκίων Διαλέτης ὡς διοικητὴς τοῦ 1ου  Συντάγματος Πεζικοῦ.

Ἡ μάχη στὸ Κιλκίς, ἦταν ἐπίμονη καὶ πολλὲς φορὲς ἐκ τοῦ συστάδην: σῶμα μὲ σῶμα καὶ ἐφ’ ὅπλου λόγχη. Ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ὑποχρέωσε τὶς βουλγαρικὲς δυνάμεις σὲ σύμπτυξη μὲ ἀποτέλεσμα τὴν κατάληψη τῶν βουλγαρικῶν προφυλακῶν ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα. Τὸ πρωὶ τῆς 20ῆς Ἰουνίου παρόλη τὴ γενικὴ ἐπίθεση ποὺ διεξήχθηκε, ἡ διάσπαση τῆς ἀμυντικῆς γραμμῆς δὲν εἶχε ἐπιτευχθεῖ. Ἐντούτοις μέχρι τὸ ἀπόγευμα οἱ ἑλληνικὲς Μεραρχίες πλησίασαν σὲ ἀπόσταση ἐφόδου ἔχοντας προωθηθεῖ στὴ γραμμή: Κάστρο - Μεγάλη Βρύση - Κρηστώνη - Κάτω Ποταμιὰ - Ἀκροποταμιά. Τὸ ἑλληνικὸ Γενικὸ Ἐπιτελεῖο στοχεύοντας στὴν ταχεία κατάληψη τοῦ Κιλκὶς διέταξε τὴν πραγματοποίηση νυχτερινῆς ἐπίθεσης, κάτι πρωτότυπο γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς.

Ἡ 2η Μεραρχία ἐκτέλεσε πλευρικὴ νυχτερινὴ αἰφνιδιαστικὴ ἐπίθεση, ποὺ ἦταν ἀπολύ-τως ἐπιτυχημένη. Μὲ τὴν αὐγή, στὶς 21 Ἰουνίου, πραγματοποιήθηκε σφοδρὴ ἐπίθεση ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν διατιθέμενων Μεραρχιῶν μὲ συνεχεῖς ἐφόδους.

Στὶς 9.30 π.μ. διασπάστηκε ἡ βουλγαρικὴ ἀμυντικὴ γραμμὴ καὶ ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἀπελευθέρωσε τὸ Κιλκίς. Ὁ Ἀρχιστράτηγος Κωνσταντῖνος διέταξε τὴν 4η καὶ 5η  Μεραρ-χία νὰ καταδιώξουν τὶς βουλγαρικὲς δυνάμεις.

Ἡ σπουδαιότητα τῆς ἑλληνικῆς νίκης εἶναι ἀδιαμφισβήτητη, ὡστόσο ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς πλήρωσε βαρὺ φόρο αἵματος, γιὰ αὐτὲς τὶς ἐπιτυχίες. Συγκεκριμένα: οἱ ἀπώλειες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἦταν 8.828 νεκροὶ καὶ τραυματίες. 

Οἱ ἀπώλειες ἀπὸ τὴ βουλγαρικὴ πλευρὰ ἦταν 6.971 ἄνδρες νεκροὶ καὶ τραυματίες, καθὼς καὶ 2.500 αἰχμάλωτοι.

Τὶς ἐπόμενες ἡμέρες ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς συνέχισε τὴν προέλασή του βόρεια πρὸς τὴ Δοϊράνη. Ἐκεῖ θὰ διεξαχθεῖ ἡ ἐπόμενη σύγκρουση Ἑλλήνων καὶ Βουλγάρων στὶς 23 Ιουνίου 1913».

 

Στὶς 23 Ἰουνίου 1913, ἔλαβε χώρα στὴ λίμνη τῆς Δοϊράνης, μεταξὺ ἑλληνικῶν καὶ βουλ-γαρικῶν δυνάμεων, ἡ πρώτη μάχη τῆς Δοϊράνης μὲ ἀποτέλεσμα καταστροφικὸ γιὰ τὸν βουλγαρικὸ στρατό.[2]



[1] Ἱστοσελίδα defenceredefined.com.cy (Τὸ ἔπος τῆς μάχης Κιλκίς - Λαχανᾶ).

[2] Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης (1913)». Στὴ Δοϊράνη εἶχαν διεξαχθεῖ ἐκείνη τὴν περίοδο τέσσερις μάχες: α) στὶς 23 Ἰουνίου 1913, β) στὶς 9 Αὐγούστου 1916, γ) στὶς 22 Ἀπριλίου 1917 καὶ στὶς 18 Σεπτεμβρίου 1918.

Ἡ μάχη τοῦ Κιλκὶς - Λαχανᾶ (πηγή: ἰστοσελίδα http://www.agiasofia.com/1922/1922b.html


Ὁ ξεριζωμὸς τῶν Ἑλλήνων τῆς Στρώμνιτσας[1] - Στὶς 27 Ἰουνίου 1913 ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἀπελευθέρωσε τὴ Στρώμνιτσα καὶ τὰ γύρω χωριά της (περιοχὲς βόρεια τῆς λίμνης Δοϊράνης) ἀλλὰ ἡ ἐλευθερία τῶν Στρωμνιτσιωτῶν διήρκησε μόλις ἕναν μήνα. Στὶς 28 Ἰουλίου ἐπικυρώθηκε ἡ Συνθήκη τοῦ Βουκουρεστίου ὅπου παραχωρήθηκε ἡ περιοχὴ στὴ Βουλγαρία. Μέχρι τὶς 7 Αὐγούστου εἶχαν ἐκκενωθεῖ τὰ 13 ἀπὸ τὰ 32 ἑλληνικὰ χωριὰ τῆς Στρώμνιτσας, ἐνῶ εἶχαν ἐγκαταλείψει τὴ Στρώμνιτσα καὶ τὰ ¾ τῶν κατοίκων της μὲ κύρια κατεύθυνση τὴν περιοχὴ τοῦ Κιλκίς. Στὶς 10 Αὐγούστου οἱ ἐναπομείναντες κάτοικοι τῆς Στρώμνιτσας, πρὶν τὴν παράδοση τῆς πόλης στοὺς Βουλγάρους, ἔβαλαν φωτιὰ στὴν ἐκκλησία, στὸ σχολεῖο καὶ στὰ σπίτια τους.



[1] Θανάσης Βαφειάδης, «Τὸ χρονικὸ τοῦ Κιλκὶς 1913 - 1940», δίτομο ἔργο, 2013, Κιλκίς.





Δημοσίευμα τῆς ἐφημερίδας ΣΚΡΙΠ τῆς 1ης Δεκεμβρίου 1915 ποὺ ἀναφέρει τὴν ὑποχώρηση τῶν συμμάχων, τὴν πυρπόληση τῆς Γευγελῆς καὶ τὴν κατάληψή της ἀπὸ Γερμανικὰ καὶ Βουλγαρικὰ στρατεύματα.


Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

Ο Εθνικός Διχασμός και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος - Η διατήρηση της ουδέτερης στάσης της Ελλάδας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επηρεάστηκε από τη δράση των δυνάμεων της Αντάντ κατά των Κεντρικών Δυνάμεων στο Μακεδονικό Μέτωπο (απόβαση γαλλικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη το 1915) από την εξευτελιστική παράδοση του ελληνικού οχυρού του Ρούπελ στον βουλγαρικό στρατό (13 Μαΐου 1916) και τέλος από τη κατάληψη της ελληνικής επικράτειας, ανατολικά του ποταμού Στρυμόνα, από τον βουλγαρικό στρατό που ήδη υπήρξε σύμμαχος των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Τουρκία) (1916).

Η βουλγαρική κατάληψη ελληνικών εδαφών, η εγκληματική δράση του βουλγαρικού στρατού σε βάρος των Ελλήνων κατοίκων και η αδράνεια της κυβέρνησης του Στέφανου Σκουλούδη έναντι όλων αυτών, ήταν που έφεραν στο αποκορύφωμά του τον Εθνικό Διχασμό μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Ελευθέριου Βενιζέλου. Αποτέλεσμα των αφόρητων επιρροών των αντιμαχόμενων (Αντάντ και Κεντρικών Δυνάμεων) που ασκούνταν στο ελληνικό πολιτικό παρασκήνιο, ήταν να αντιδράσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος στην ελληνική ουδετερότητα με στρατιωτικό κίνημα και να προκύψουν οι δυο ελληνικές κυβερνήσεις (των Αθηνών με υπηρεσιακό πρωθυπουργό τον Σπυρίδωνα Λάμπρου και της Θεσσαλονίκης με πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο) τον Σεπτέμβριο του 1916 αλλά και να εξοριστεί ο βασιλιάς Κωνσταντίνος το καλοκαίρι του 1917, υπό την απειλή επέμβασης των δυνάμεων της Αντάντ στην Αθήνα, δυνάμεων που επιδίωκαν και πέτυχαν να τοποθετήσουν βασιλιά τον Αλέξανδρο και πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Η κυβέρνηση Βενιζέλου έθεσε τη χώρα σε στρατιωτικό νόμο και κήρυξε επίσημα τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης (της Θεσσαλονίκης) με πρωθυπουργό τον Ελ. Βενιζέλο που είχε τη υποστήριξη της Αντάντ, εγκατέλειψε την αυστηρή ουδετερότητα κι έλαβε μέρος στον πόλεμο, στο πλευρό των Γάλλων με 3 Ταξιαρχίες Πεζικού. Την άνοιξη του 1917, στα βόρεια σύνορα της χώρας διεξήχθησαν σημαντικές μάχες των Ελλήνων και των Γάλλων κατά των Βουλγάρων και των Γερμανών (μάχες Σεμέν ντε Φερ, Ραβινέ κλπ). Την ίδια στιγμή η Κυβέρνηση των Αθηνών κι ο βασιλιάς Κωνσταντίνος δεχόταν πιέσεις από την Αντάντ για αφοπλισμό του στρατού στον ελληνικό νότο, και είχε ήδη γράψει στο ιστορικό της τα «Νοεμβριανά» του 1916 με τον ναυτικό αποκλεισμό της Αθήνας και του Πειραιά από τον Αγγλο-γαλλικό στόλο και την μάχη των Αθηνών όπως έμεινε στην ιστορία η αιματηρή αντίδραση του Συνδέσμου των Επιστράτων στην επιβολή του αφοπλισμού και την παρουσία Αγγλο-γάλλων εισβολέων στους δρόμους της Αθήνας.

Για την καταγραφή των «Νοεμβριανών» γεγονότων, παρουσιάζω τίτλους από δύο πρωτοσέλιδα εφημερίδων που αντιστοιχούν στις δύο ξεχωριστές κυβερνήσεις της Ελλάδας, την εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ προσκείμενη στην κυβέρνηση των Αθηνών και την εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ προσκείμενη στην Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης:
Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ[1] – (πρωτοσέλιδοι τίτλοι) Αι χθεσιναί αιματηραί συρράξεις γύρω των Αθηνών / Ο νυχτερινός βομβαρδισμός των ανακτόρων / Η επελθούσα συμφωνία – Τα ξένα στρατεύματα απεσύρθησαν. (Τίτλοι ρεπορτάζ) Το αίμα έρρευσεν πέριξ των Αθηνών / Αι συμπλοκαί των συμμαχικών και ελληνικών στρατευμάτων / Εις το Ρούφ – Εις το Αστεροσκοπείον – Εις το Νεκροταφείον / Νεκροί, πληγωμένοι και αιχμάλωτοι / Επληγώθησαν και αθώαι γυναίκες και παιδιά.
Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ[2] – (πρωτοσέλιδος τίτλος) Προ της τραγικής περιπέτειας. (Τίτλοι ρεπορτάς 3ης σελίδας) Συμμαχικά στρατεύματα κατά Αθηνών! / Η Αντάντ εγκατέλειψεν οριστικώς την συνδιαλλακτικήν της στάσιν / Σοβαρόταται δηλώσεις Αντατικού διπλωμάτου – Τι λέγει εις τέως Πρωθυπουργός / Η κατάστασις εν Αθήναι / Δεν ελήφθησαν ούτε δημοσιογραφικά τηλεγραφήματα.

[1] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 19 Νοεμβρίου 1916.

[2] Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 19 Νοεμβρίου 1916.


Το γαλλικό θωρηκτό Μιραμπώ βομβαρδίζει την Αθήνα, 18 Νοεμβρίου / 1 Δεκεμβρίου 1916.




Μακεδονικό Μέτωπο - Η κατάσταση στον Τομέα Γευγελής το 1916

Στις 1 & 2 Μαρτίου 1916 οι Γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις επιτίθενται στο ελληνικό έδαφος κατά των Γαλλικών δυνάμεων και προωθούνται μέχρι τα χωριά Ορέβιτσα (Πευκόδασος) και Σλοπ (Δογάνης).[1] Οι κάτοικοι των κατεχόμενων χωριών Σέχοβο (Ειδομένη), Ματσίκοβο (Εύζωνοι), Αλτσάκ (Χαμηλό), Σλοπ (Δογάνης) που βρέθηκαν στα χωριά την ώρα της επίθεσης, εκτοπίστηκαν από τους εισβολείς σε περιοχές κατεχόμενες από τον βουλγαρικό στρατό (Μποσνάκιοϊ, Δεμιρντές Ανδριανούπολης, Στάρα Ζαγορά Φιλιππούπολης κ.α.). Ελάχιστες οικογένειες (Παπαζαφειρίου, Παναγιώτου, Στωίδη, Σιωνίδη, Αθανασόπουλου κ.α.) κατάφεραν να διαφύγουν στα ελληνικά εδάφη προς Μποέμιτσα (Αξιούπολη), Γουμένισσα κ.α. Οι Γερμανοβούλγαροι εισβολείς κατέστρεψαν εκ θεμελίων τα 154 από τα 160 σπίτια του χωριού Σέχοβο (Ειδομένη) με εξαίρεση την εκκλησία και το σχολείο του χωριού.

Στις 3 Μαρτίου σε αντεπίθεση των Γάλλων κατελήφθη το χωριό Ματσίκοβο (Εύζωνοι). Κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις μεγάλο μέρος του χωριού πυρπολήθηκε από τους Γάλλους, ενώ επανακτήθηκε από τις γερμανικές δυνάμεις που αντεπιτέθηκαν. Οι Γάλλοι συνέλαβαν 30 Έλληνες κατοίκους και τον ιερέα του χωριού με την κατηγορία συνεργασίας τους με τον βουλγαρικό στρατό. Λόγω των εχθροπραξιών μετεγκαταστάθηκαν προσωρινά 60 οικογένειες κατοίκων[2] από το Ματσίκοβο προς τα περίχωρα του χωριού Καρασούλι (Πολύκαστρο)[3]

Σχετικά με την πυρπόληση του χωριού Ματσίκοβο, σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ αναφέρει: «Θεσσαλονίκη 2 Μαρτίου – Οι Γάλλοι διέταξαν τους χωροφύλακάς μας ν’ αναχωρήσωσιν από το χωρίον Ματσίκοβον ειδοποιήσαντες τούτους ότι θα πυρπολήσωσιν το χωρίον δικαιολογούμενοι ότι κατοικείται υπό κατασκόπων. Το χωρίον Ματσίκοβον, το οποίον προ του πολέμου είχεν ολίγους Βουλγάρους, σήμερον κατοικείται αποκλειστικώς υπό προσφύγων Ελλήνων της περιφερείας Μπογδάντσας, Γευγελής και Δοϊράνης καταφυγόντων εκεί αμ’α τη καταλήψει των χωρίων των υπό των Σέρβων, επίσης και προσφύγων Ελλήνων εκ Θράκης και Μικράς Ασίας. Οι ολίγοι Βούλγαροι οίτινες υπήρχον προ του πολέμου, άπαντες μετηνάστευσαν εις Βουλγαρίαν. Συνεπώς σήμερον το χωρίον κατοικείται αποκλειστικώς και μόνον υπό Ελλήνων προσφύγων, οι οποίοι εθυσίασαν περιουσίας και συγγενείς παθόντες παρά των τε Βουλγάρων και των Τούρκων. Εάν εξακολουθήσει ο τρόπος ούτος να χαρακτηρίζουν ύποπτα τα χωρία και να καίουν ταύτα θα ερημώσουν ολόκληρον την μεταξύ συνόρων και Θεσσαλονίκης Μακεδονικήν χώραν». [4]

Οι Γαλλικές δυνάμεις υποχώρησαν από την καταληφθείσα ελληνική μεθόριο και οχυρώθηκαν στα χωριά Καρασινάν (Πλάγια), Μαγιαδάγ (Φανός), Δρέβενο (Πύλη). Τα χωριά αυτά δέχθηκαν σφοδρό βομβαρδισμό από τους Γερμανοβούλγαρους κι είχαν εκτεταμένες υλικές καταστροφές.[5] Οι πληθυσμοί των χωριών που εγκαταστάθηκαν οι Γαλλικές δυνάμεις είχαν προηγουμένως μετακινηθεί προς την Μποέμιτσα (Αξιούπολη) και Γουμένισσα. [6]


[1] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 6 Μαρτίου 1916.
[2] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 9 Μαρτίου 1916.
[3] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 5 Μαρτίου 1916.
[4] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 3 Μαρτίου 1916
[5] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 14 Μαρτίου 1916.
Στὶς 9 Μαρτίου 1916, ἡ ἐφημερίδα «Ἐμπρὸς» καταγράφει Γαλλο-γερμανικὴ σύρραξη ποὺ ἔλαβε χώρα στὶς ἀρχὲς Μαρτίου, στὴν περιοχὴ τοῦ χωριοῦ Σέχοβο (Εἰδομένη). Στὴ μάχη οἱ γαλλικὲς δυνάμεις ἀπωθήθηκαν πρὸς τὰ χωριὰ Καρασινὰν (Πλάγια), Μαγιαδὰγ (Φανὸς) καθὼς καὶ πρὸς τὰ στενὰ Τσεγκενὲ Μπαϊρὶ (τὰ Στενὰ τῆς Τσιγγάνας).[1]

Στὶς 9 Αὐγούστου 1916, ἔλαβε χώρα στὴ λίμνη τῆς Δοϊράνης στρατιωτικὴ ἐπιχείρηση τοῦ βρετανικοῦ καὶ γαλλικοῦ στρατοῦ ἐναντίον τοῦ βουλγαρικοῦ στρατοῦ μὲ ἥττα τῶν Βρετανο-γάλλων.[2]

Στὶς 22 Ἀπριλίου 1917, ἔλαβε χώρα στὴ λίμνη τῆς Δοϊράνης στρατιωτικὴ ἐπιχείρηση τοῦ βρετανικοῦ στρατοῦ κατὰ τοῦ βουλγαρικοῦ κι ἐπακολούθησε ἥττα τῶν Βρετανῶν.[3]


[1] Ἐφημερίδα «Ἐμπρὸς» τῆς 9ης Μαρτίου 1916.

[2] Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Μάχη τῆς Δοϊράνης (1916)».

[3] Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Μάχη τῆς Δοϊράνης (1917)».

Οι ελληνικές δυνάμεις που έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου (Μεραρχία Αρχιπελάγους, Μεραρχία Σερρών και Μεραρχία Κρήτης) προσκείμενες στην προσωρινή κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας της Θεσσαλονίκης, προωθήθηκαν κι εγκαταστάθηκαν σταδιακά στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ με διοικητή τον στρατηγό Μωρίς Σαράιγ κι αργότερα τον στρατηγό Αντόλφ Γκιγιομά. Οι ελληνικές δυνάμεις εγκαταστάθηκαν στον Στρυμόνα (15 Σεπτεμβρίου 1916), στην Μποέμιτσα (Αξιούπολη) (28 Νοεμβρίου 1916), στον τομέα Γευγελής (9 Δεκεμβρίου 1916) ενώ προωθήθηκαν στην πρώτη γραμμή του Μετώπου, Φανός – Κάρπη – Αρχάγγελος στις 15 Δεκεμβρίου 1916. Απέναντί τους είχαν την 1η Βουλγαρική Στρατιά που είχε έδρα το Βλάντοβο και διοικητή τον στρατηγό Γκέσωφ. Το Μέτωπο των Βουλγάρων καταλάμβανε τις τοποθεσίες Νόντιε – Γευγελή – Δοϊράνη.[1]


[1]Χρήστος Π. Ίντος - Ο Μεγάλος Πόλεμος (Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, 1914 - 1918) στον Νομό Κιλκίς - Γουμένισσα 2019. 




Φωτογραφία ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ τῆς Γαλλίας. Ἑλληνικὰ καὶ γαλλικὰ στρατεύματα κινοῦνται ἀπὸ τὸν Ἀξιὸ ποταμὸ πρὸς τὸ Καρασινὰν (Πλάγια) τὴν 27η Δεκεμβρίου 1916.


Οἱ μάχες τοῦ Ραβινὲ (1η Μαΐου 1917) καὶ τοῦ Σεμὲν ντὲ φὲρ (22α Ἀπριλίου 1917)

Στὴν ἐφημερίδα «Εἰδήσεις»[1] τοῦ Κιλκίς, παρατίθεται ἄρθρο τοῦ Νίκου Σιάνα, σχετικὰ μὲ τὴ μάχη τοῦ Ραβινέ, στὸ ὁποῖο μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρει: «Ἀρχὲς τοῦ 1917 τὸ Μακεδονικὸ Μέτωπο ἐκτεινόταν ἀπὸ τὶς ἐκβολὲς τοῦ Στρυμώνα, λίμνη Δοϊράνη, Ἀκρίτα, Μεταμόρφωση, Φανός, Σκρά, Ὄσσιανη καὶ Ἀρχάγγελος, μέχρι τὴ λίμνη Πρέσπα. Παρὰ ὅμως τοὺς σκληροὺς ἀγώνες μεταξὺ Σεπτεμβρίου 1916 καὶ ἀρχὲς τοῦ 1917 ἡ γραμμὴ τοῦ Μακεδονικοῦ Μετώπου ἔμεινε ἀμετάβλητη. Τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1917 οἱ σύμμαχοι ἀποφασίζουν νὰ ἐπιτεθοῦν ἐκ τῶν νώτων στὶς ἐχθρικὲς θέσεις σ’ ὅλο τὸ μῆκος τοῦ Μακεδονικοῦ Μετώπου, ἡ κύρια ὅμως ἐπίθεση θὰ γινόταν στὸ κέντρο τῆς Συμμαχικῆς διάταξης, δηλαδὴ μεταξὺ Δοϊράνης καὶ Σκρᾶ προκειμένου νὰ ἀποκατα-σταθεῖ ἡ συννένωση τῶν σερβικῶν καὶ ἑλληνικῶν ἐδαφῶν. Στὴν περιοχὴ αὐτή, οἱ Βούλγαροι εἶχαν δημιουργήσει προκεχωρημένες καὶ πολὺ καλὰ ὀχυρωμένες θέσεις, μιὰ τέτοια ὀχυρὴ θέση εἶχαν καὶ στὸ λόφο Ραβινέ.[2] Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐκδίωξη τῶν Βουλγάρων ἀπὸ τὶς θέσεις ποὺ κατεῖχαν στὰ χωριὰ Σλὸπ (Δογάνη), Καρὰ Σινάτσι (Πλὰγια),[3] Τζέοβο (Εἰδομένη) ξεκινᾶ ἡ ἐπίθεση κατὰ τῆς ὀχυρομένης τοποθεσίας Ραβινέ, ἀφοῦ εἶχαν προηγηθεῖ προσπελάσεις καὶ καταλήψεις θέσεων γύρω ἀπὸ αὐτή, μὲ διοικητὴ τοῦ 1ου Συντάγματος Σερρῶν τὸν Ἀντ/ρχη Ζαφειρίου Νικόλαο…»

Ἡ μάχη τοῦ Σεμὲν ντὲ φέρ[4] - «Τὸ ὕψωμα Σεμὲν ντὲ φὲρ (Chemin de fer) βρίσκεται τρία χιλιόμετρα νοτίως τοῦ σιδηροδρομικοῦ σταθμοῦ Εἰδομένης καὶ 1.200 μέτρα βόρεια τοῦ χωριοῦ Δογάνη (Σλόπ), εἶχε ὀχυρωθεῖ ἀπὸ τοὺς Βούλγαρους κι ἀποτελοῦσε ἰσχυρὸ σημεῖο στήριξης. Κατὰ τοῦ Σεμὲν ντὲ φὲρ ἐπιτέθηκε τὸ 3ο Τάγμα τοῦ 1ου Συντάγματος Σερρῶν μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Λοχαγὸ Γεώργιο Κονδύλη. Ἡ ἐξόρμηση πραγματοποιήθηκε στὶς 22 Ἀπριλίου 1917 στὶς 8 τὸ βράδυ καὶ μέσα σὲ δέκα λεπτὰ τὸ Τάγμα τοῦ Κονδύλη κατέλαβε τὸν λόφο μὲ πρωτοπόρα τὴ διμοιρία τοῦ Ἀνθ/γοῦ Εὐστάθιου Δογάνη. Οἱ Βούλγαροι ἐπιχείρησαν ἀντεπιθέσεις μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες ἀλλὰ ἡ διμοιρία, παρὰ τὶς μεγάλες ἀπώλειες, διατήρησε τὸν λόφο ὑπὸ τὸν ἔλεγχό της. Ὁ Ἀνθ/γὸς Εὐστάθιος Δογάνης ἔπεσε μαχόμενος μαζὶ μὲ 16 στρατιῶτες του ἐνῶ οἱ τραυματίες ἦταν 3 Ἀξιωματικοί καὶ 50 ὁπλίτες.» Μετὰ τὸν ἡρωικὸ θάνατό του, ὁ αἱματοβαμμένος λόφος Σεμὲν ντὲ φὲρ ὁνομάστηκε σὲ λόφο Ἀνθ/γοῦ Δογάνη καὶ μὲ τὴν ὀνομασία αὐτὴ ἀναφέρεται πιὰ στὴ στρατιωτικὴ ἱστορία ἐνῶ τὸ ὄνομά του (Δογάνης) πῆρε καὶ τὸ χωριὸ Σλὸπ ποὺ βρίσκεται πλησίον τοῦ λόφου.

Ἡ μάχη τοῦ Ραβινέ[5] - «…Ἡ ἀπόσταση μεταξὺ βουλγαρικῶν θέσεων καὶ ἑλληνικῶν ἦταν μόλις 1.200 μέτρα. Μετὰ τὴν κατάληψη τοῦ λόφου Σεμὲν ντὲ φέρ, τὴν κατάληψη τοῦ ὑψώματος Ραβινὲ ἀνέλαβε τὸ 2ο Τάγμα τοῦ 1ου Συντάγματος Σερρῶν ὑπὸ τὸν Λοχαγὸ Γουλιανὸ Γρηγόριο. Τὸ 2ο Σύνταγμα Σερρῶν (Ἀνχης Τσερούλης Χαράλαμπος) στὸ κέντρο καὶ ἀριστερὰ τῆς παρατάξεως μὲ τὰ τρία Τάγματά του· τὸ 1ο Τάγμα (Λγὸς Γρηγοριάδης Νεόκοσμος), τὸ 2ο Τάγμα (Λγος Παλλίδης Παῦλος) καὶ τὸ 3ο Τάγμα (Λγὸς Τσάκαλος Κωνσταντῖνος), πρὸς τὰ γύρω ὑψώματα Μπομπαρντὲ καὶ Ντρομαντέρ.


Προτομὴ τοῦ Γρηγόριου Γουλιανοῦ ἀπὸ τὸν Παλαμὰ Καρδίτσας.
Πρωταγωνίστησε ὡς Λοχαγὸς στὴν κατάληψη τοῦ Ραβινέ.

Ἡ ἐπίθεση ξεκίνησε στὶς 04:35 τὸ ξημέρωμα τῆς 1ης Μαΐου 1917 καὶ κάτω ἀπὸ σφοδρὸ βομβαρδισμὸ τοῦ ἐχθρικοῦ πυροβολικοῦ καὶ μέσα σὲ λίγα λεπτὰ τὸ ἑλληνικὸ πεζικὸ αἰφνιδιάζοντας μὲ τὴν ὀρμητικότητά του τοὺς Βούλγαρους κυρίευσε τὸν λόφο, συλ-λαμβάνοντας αἰχμαλώτους 60 ἄνδρες μεταξὺ αὐτῶν καὶ 5 Γερμανούς.

Οἱ Βούλγαροι συνέχιζαν τὸν βομβαρδισμὸ τοῦ Ραβινὲ προκαλώντας τεράστιες ἀπώλειες στὸ ἑλληνικὸ τάγμα, σχεδὸν τὸ 75% τῆς δύναμής του εἶχε τεθεῖ ἐκτὸς μάχης, μὲ λίγα πυρομαχικὰ καὶ καθόλου νερό.

Γύρω στὶς 14:00 τὸ μεσημέρι προσπάθησαν μὲ ἀντεπίθεση νὰ ἀνακαταλάβουν τὸ Ραβινέ ἀλλὰ ἀπέτυχαν, συνέχισαν ὅμως τὸν βομβαρδισμὸ μέχρι τὴ νύχτα.

Ἡ κατάληψη τοῦ λόφου Ραβινὲ ἦταν γιὰ τοὺς συμμάχους σὲ πρώτη προτεραιότητα, οἱ Γερμανοὶ εἶχαν ὀχυρώσει καὶ ἐγκαταστήσει παρατηρητήριο ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ παρακολουθοῦν ὅλες τὶς κινήσεις καὶ ὀργανώσεις τῶν Συμμάχων. Οἱ ἀπώλειες ὅμως τῶν Ἑλλήνων ἦταν βαρύτατες: 5 ἀξιωματικοί καὶ 51 ὁπλίτες νεκροί, 9 ἀξιωματικοὶ καὶ 225 ὁπλίτες τραυματίες».[6]


Ἄποψη τοῦ ὑψώματος Ραβινέ. Φωτογραφία:Θοδωρὴς Π. Μποράκης (2021)

Στὸ περιοδικὸ ΤΟΛΜΩΝ[7], ὁ Γαβριὴλ Ν. Συντομόρου παραθέτει τὰ παρακάτω σχετικὰ μὲ τὴ μάχη: «[…] Εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ὁ Γάλλος Στρατηγὸς Ζενὲν τηλεγραφεῖ δακρυσμένος στὴ Θεσσαλονίκη: Εἶδα ἀπὸ ἕνα ὁλόκληρο ἑλληνικὸ τάγμα νὰ μένουν πενήντα ἄνδρες ὄρθιοι. Τὰ τρία τέταρτα τῶν ἀξιωματικῶν εἶναι ἐκτὸς μάχης. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἐπιτελὴς τῆς Μεραρχίας Συνταγματάρχης Κωνσταντῖνος Μαζαράκης, ἀνέφερε: Ἡ σημερινὴ μάχη πρὸς κατάληψιν τοῦ Ραβινὲ ἦτο ἀληθῶς ἐπική, ἄπαντες οἱ στρατιώται τῶν τριῶν συμμετασχόντων λόχων τοῦ 1ου Συν/τός μας, σχεδὸν ἐτραυματίσθησαν ἢ φονεύθησαν, ὁ ἡγήτωρ Λοχαγὸς Γουλιανὸς Γρηγόριος ἐτραυματίσθη θανασίμως, δὶ ὁ καὶ ἐπρότεινα εἰς τὸν Μέραρχον νὰ τὸν προτείνη πρὸς προαγωγὴν πρὸ τοῦ θανάτου του ἴσως, ἄτε ἐπιδειξαμένου θρυλικὴν γεννναιότητα καὶ ἰκανότητα. Λόγω τῶν μεγάλων ἀπωλειῶν παρουσιάσθησαν πολλὰ κενὰ καὶ πρὸς τοῦτο παρακαλῶ, ὅπως ἐνεργήσητε ἀποστολὴν ἐνισχύσεων πρὸς συμπλήρωσιν τῶν μονάδων μας».


Ὁ Ὑπολοχαγὸς Λεωνίδας Καρακουλάκης ποὺ ἔπεσε μαχόμενος στὶς ἐπιχειρήσεις γιὰ τὴν κατἀληψη τοῦ ὑψώματος Ραβινέ.


[1] Ἐφημερίδα «Εἰδήσεις» (Κιλκὶς) τῆς 9ης Μαΐου 2011.

[2] Ὁ λόφος Ραβινὲ βρίσκεται 1.000 μέτρα δυτικὰ - βορειοδυτικὰ ἀπὸ τὸ χωριὸ Χαμηλό, πρώην τούρκικο χωριὸ μὲ τὸ τοπωνύμιο Ἀλτσὰκ Μαχαλά.

[3] Διαβάστε στὸ παρὸν βιβλίο στὴν ἑνότητα «Καθημερινὴ ζωὴ στὰ Πλάγια - Τὸ Καρασινὰν πρὶν τὸ 1924» στὴ σελ.54, τὴ διάταξη τῶν δυνάμεων τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ γύρω ἀπὸ τὸ χωριό Καρασινὰν (Πλάγια).

[4] Γεώργιος Θ. Βαρδάκας, «Πρῶτος Παγκόσμιος Πόλεμος - Μάχες: Σεμὲν ντὲ φὲρ, Ραβινέ, Σκρὰ ντὶ Λεγκέν, Δοϊράνης, Διασπάσεως Μακεδονικοῦ Μετώπου», Σεπτέμβριος 2018.

[5] Ἐφημερίδα «Εἰδήσεις» (Κιλκὶς) τῆς 9ης Μαΐου 2011.

[6] Διεύθυνση Ἱστορίας Στρατοῦ, «Ἡ Ἑλλὰς καὶ ὁ πόλεμος στὰ Βαλκάνια 1914 - 1918» - Γενικὸ Ἐπιτελεῖο Στρατοῦ, 1958 - 1987.

[7] Περιοδικὸ «Τολμών», τχ.26 Ἀπρίλιος Μάιος Ἰούνιος 2008, ἄρθρο «Ἡ μάχη στὸ Ραβινὲ καὶ στοὺς πλησίον λόφους», Γαβριῆλ Ν. Συντομόρου.


Χάρτης μαχῶν Ραβινὲ καὶ Σεμὲν ντὲ Φὲρ τὴν 1η Μαΐου 1917. Πηγὴ Γ.Ε.Σ. ἀπὸ τὸ βιβλίο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τοῦ Γεωργίου Θ. Βαρδάκα.



Ἡ κατάληψη τοῦ ὑψώματος Σκρᾶ. Χάρτης Γ.Ε.Σ.

17η Μαΐου 1918: Ἡ μάχη τοῦ Σκρᾶ

Στὴν ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια[1] ἀναφέρονται σχετικὰ μὲ τὴ μάχη τὰ ἑξῆς: «Ἡ μάχη τοῦ Σκρᾶ θεωρεῖται μία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες νικηφόρες μάχες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὴ διάρκεια τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Συγκεκριμένα κατὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ἡ περιοχὴ τοῦ Σκρᾶ, τῆς ὁμώνυμης σήμερα περιοχῆς στὸν Νομὸ Κιλκὶς εἶχε ὀργανωθεῖ ἀμυντικὰ ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους οἱ ὁποῖοι καὶ παρενοχλοῦσαν τὰ Συμμαχικὰ στρατεύματα ἰδίως στὴν περιοχὴ δυτικὰ τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ. Ἔτσι ἀποφασίσθηκε ἀπὸ τὸν Γάλλο ἐπικεφαλής, ἀρχιστράτηγο Γκυγιωμὰ ἡ κατάληψη τῆς περιοχῆς ἀπὸ μονάδες τοῦ ἑλληνικοῦ Σώματος Στρατοῦ Ἐθνικῆς Ἀμύνης, διοικητὴς τῶν ὁποίων ἦταν ὁ ἀντιστράτηγος Ἐμμανουὴλ Ζυμβρακάκης. Ἡ ἐπίθεση διεξάχθηκε ἀπὸ πέντε συνολικὰ συντάγματα πεζικοῦ, τὸ 5ο καὶ τὸ 6ο τῆς Μεραρχίας Ἀρχιπελάγους (ὑπὸ τὸν ὑποστράτηγο Ἰωάννου), πλαισιούμενα δεξιὰ (Α) ἀπὸ τὸ 7ο καὶ 8ο τῆς Μεραρχίας τῆς Κρήτης (ὑπὸ τὸν ὑποστράτηγο Σπηλιάδη) καὶ ἀριστερὰ (Δ) ἀπὸ τὸ 1ο σύνταγμα τῆς Μεραρχίας τῶν Σερρῶν (ὑπὸ τὸν ὑποστράτηγο Ἐπαμ. Ζυμβρακάκη), μὲ συνολικὸ ἀριθμὸ 14.546 μαχητὲς πεζικοῦ, ὑποστηριζόμενοι ἀπὸ 287 βαρέα καὶ ἐλαφρὰ πυροβόλα. Οἱ Βούλγαροι διέθεταν ἐπίσης πέντε συντάγματα πεζικοῦ ὑποστηριζόμενα ἀπὸ ἰσχυρὸ βαρὺ καὶ ἐλαφρὸ πυροβολικό.

Ἡ μάχη - Στὶς 16 Μαΐου /29 Μαΐου τοῦ 1918 καὶ ἀπὸ τῆς 5ης ὥρας πρωινῆς ἄρχισε ἡ προπαρασκευὴ τοῦ ἑλληνικοῦ πυροβολικοῦ γιὰ τὴν καταστροφὴ τῶν διαφόρων ἀμυντι-κῶν ἐγκαταστάσεων ἐνῶ τὰ συντάγματα ποὺ ἦταν ἔτοιμα γιὰ τὴν ἐπίθεση ἐξόρμησαν τὸ πρωὶ τῆς ἐπομένης (17 Μαΐου) καλυπτόμενα ἀπὸ κινητὸ φραγμὸ τοῦ πυροβολικοῦ. Ἡ βουλγαρικὴ ἀντίδραση ἦταν ἐπίσης ἰσχυρὴ πλὴν ὅμως ἡ ὁρμὴ τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἦταν τόση ποὺ ὑπερφαλάγγισε τὴ βουλγαρικὴ ἀντίσταση καὶ στὶς 06.30 τὸ Σκρὰ εἶχε καταληφθεῖ. Βέβαια οἱ Βούλγαροι ὑπερασπίσθηκαν μὲ πεῖσμα τὶς θέσεις τους καὶ τὸ ἀπόγευμα τῆς 17ης Μαΐου ἐπεχείρησαν λυσσώδεις ἀντεπιθέσεις ἰδίως κατὰ τοῦ 5ου Συντάγματος Πεζικοῦ τῆς Μεραρχίας τῆς Κρήτης ποὺ ὅλες ὅμως τελικὰ ἀποκρούσθηκαν.

Ἀπώλειες - Οἱ ἀπώλειες ὅμως ὑπῆρξαν βαρύτατες. Ὁ συνολικὸς ἀριθμὸς τῶν ἀπωλειῶν τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἦταν νεκροί: 29 ἀξιωματικοὶ καὶ 412 ὁπλίτες, καὶ τραυματίες: 69 ἀξιωματικοὶ καὶ 2.135 ὁπλίτες. Τὸν μεγαλύτερο ἀριθμὸ ἀπωλειῶν εἶχε ἡ Μεραρχία Ἀρχιπελάγους μὲ ἀξιωματικοὺς νεκροὺς 24, τραυματίες 54 καὶ ὁπλίτες νεκροὺς 314 καὶ τραυματίες 1.723.

Λάφυρα - Οἱ ἑλληνικὲς Μεραρχίες παρὰ τὶς βουλγαρικὲς ἀντεπιθέσεις διατήρησαν τὸ κατακτηθὲν ἔδαφος. Αἰχμαλώτισαν 2.045 Βούλγαρους καὶ περιήλθαν σ’ αὐτὲς ὡς λάφυρα 32 πυροβόλα καὶ 12 βομβιδοβόλα χαρακωμάτων τοῦ ἐχθροῦ.

Ἀποτέλεσμα - Ἡ "Νίκη τοῦ Σκρᾶ" ὅπως ἀναφέρεται στὴν ἑλληνικὴ στρατιωτικὴ ἱστορία ἐξέπληξε τόσο τοὺς συμμάχους ὅσο καὶ τοὺς ἐχθρούς. Μὲ δεδομένο τὴν πολὺ καλὴ ὀχύρωση τῶν βουλγαρικῶν δυνάμεων ποὺ ὑποστηριζόταν μὲ πολυάριθμο πυροβολικό, ἡ θέση τους θεωροῦνταν ἀπρόσβλητη καὶ ὕστερα μάλιστα ἀπὸ τὴν ἀποτυχία ποὺ εἶχε σημειώσει ἕναν χρόνο πρίν, τὸν Μάρτιο τοῦ 1917, ἡ 122α γαλλικὴ Μεραρχία στὴν προσπάθειά της νὰ τὴν ἐξουδετερώσει. Κανεὶς ἀπὸ τοὺς συμμάχους δὲν περίμενε νὰ δεῖ νὰ διασπᾶται ἀπὸ τὴν ὁρμὴ τῶν ἑλληνικῶν στρατιωτικῶν δυνάμεων μιὰ τέτοια ὀχύρωση σ’ ἕνα μέτωπο μήκους 12 χλμ καὶ βάθους 1-2 χλμ μὲ συνέπεια τὴν πλήρη κυριαρχία. Ἡ βουλγαρικὴ διοίκηση παρὰ τὶς ἀπεγνωσμένες προσπάθειες ἐπανακατάληψης καὶ τὶς σφοδρὲς ἀντεπιθέσεις της δὲν κατάφερε νὰ ἐπανακτήσει τὶς θέσεις της. Ἡ δὲ γαλλικὴ διοίκηση  διαπίστωσε  ἐπίσης  πὼς  ἂν  τελικὰ ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς περιοριζόταν ἀπὸ τὴν ἀρχή, μόνο στὴν κατάληψη τῆς προεξοχῆς τῶν βουλγαρικῶν θέσεων τῆς Χούμας ἴσως τὸ ἀποτέλεσμα νὰ εἶχε δώσει ἀκόμη καὶ σημαντικὰ στρατηγικὰ ἀποτελέσματα.


Δημοσίευμα τῆς ἐφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ τῆς 18/5/1918 σχετικὸ μὲ τὴν κατάληψη τοῦ Σκρᾶ.


Ἡ νίκη τοῦ Σκρᾶ θεωρήθηκε ἰσχυρότατο πλήγμα γιὰ τοὺς Βούλγαρους καὶ μέγα κατόρθωμα τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ. Συγκεκριμένα ὁ ἀρχιστράτηγος τῶν συμμαχικῶν δυνάμεων στρατηγὸς Γκυγιωμά, ποὺ εἶχε ἐν τῷ μεταξὺ ἀντικαταστήσει τὸν στρατηγὸ Σαράιγ ἀπὸ τὸν προηγούμενο Δεκέμβριο, χαρακτήρισε τὸ ἑλληνικὸ πεζικὸ ὡς "πεζικὸ ἀπαράμιλλης ἀνδρείας καὶ ἔξοχης ὁρμητικότητας"[2], [3]



[1] Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Μάχη τοῦ Σκρᾶ».

[2] Νεώτερο Ἐγκυκλοπαιδικὸ Λεξικὸ «Ἡλίου», τ.17ος, σ.32.

[3] Διεύθυνση Ἱστορίας Στρατοῦ,«Στρατιωτικὴ Ἰστορία νεώτερης Ἑλλάδος», ΓΕΣ, 1980.

Τὸ μνημεῖο πεσόντων τῆς μάχης τοῦ Σκρᾶ στὴν εἴσοδο τοῦ χωριοῦ Σκρᾶ.
Φωτογραφία:Θοδωρής Π. Μποράκης.

Προτομὴ τοῦ Ταγματάρχη Βασίλειου Παπαγιάννη, στὸ μνημεῖο πεσόντων τῆς μάχης τοῦ Σκρᾶ.
Φωτογραφία: Θοδωρὴς Π. Μποράκης


5η Σεπτεμβρίου 1918: Ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης

Στὴν ἱστοσελίδα τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στρατοῦ[1] περιγράφεται μὲ λεπτομέρειες[2] ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης ποὺ ἐπιχείρησαν οἱ σύμμαχοι Ἕλληνες καὶ Βρετανοὶ κατὰ τῶν Βουγλάρων: «Ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης ἐντασσόταν στὸ εὐρύτερο σχέδιο διάσπασης τοῦ Μακεδονικοῦ Μετώπου τοῦ Ἀρχιστρατήγου Φρανσαῖ ντ’ Ἐσπεραῖ (Louis Franchet d’ Espèrey), διοικητὴ τῆς Συμμαχικῆς Στρατιᾶς Ἀνατολῆς. Τὸ σχέδιο προέβλεπε μία κύρια ἐπίθεση στὴν περιοχὴ Ντοπροπόλιε - Βέτερνικ - Κόζιακα καὶ δύο δευτερεύουσες, μία στὸν τομέα Ἀξιοῦ - Δοϊράνης καὶ μία στὸν τομέα τοῦ Στρυμόνα.



Ἡ μάχη τῆς Δοϊράνης. 
Πηγή: ἱστοσελίδα https://www.pemptousia.gr/

Στὸν τομέα Ἀξιοῦ - Δοϊράνης θὰ δροῦσε ἡ βρετανοελληνικὴ Στρατιά, ὑπὸ τὸν Στρατηγὸ Μὶλν, ἀποτελούμενη ἀπὸ δύο σώματα Στρατοῦ. Τὸ 12ο Σῶμα Στρατοῦ, ποὺ περιελάμ-βανε τὴν 22η βρετανικὴ Μεραρχία, τὴ Μεραρχία Σερρῶν, τὴν 83η βρετανικὴ Ταξιαρχία, τὸ 2ο γαλλικὸ Σύνταγμα Ζουάβων καὶ τὸ Σύνταγμα Ἱππικοῦ, θὰ ἐνεργοῦσε δυτικὰ τῆς Δοϊράνης. Τὸ 16ο Σῶμα Στρατοῦ, ποὺ περιελάμβανε τὴν 28η βρετανικὴ Μεραρχία, τὴν 228η Ταξιαρχία, ἕνα Σύνταγμα Ἱππικοῦ, τὴ Μεραρχία Κρήτης καὶ τὸ 3ο ἑλληνικὸ Σύνταγμα Ἱππικοῦ, θὰ ἐνεργοῦσε ἀνατολικὰ τῆς Δοϊράνης. Στὴν τοποθεσία ἀμύνονταν τμήματα τῆς 1ης βουλγαρικῆς Στρατιᾶς. Ἡ περιοχὴ μεταξὺ τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ καὶ τῆς Δοϊράνης συνιστοῦσε μία ἰσχυρὰ ὀργανωμένη τοποθεσία, μὲ πολυάριθμα βαθιὰ χαρακώ-ματα καὶ πλατιὲς ζῶνες συρματοπλέγματος.

Τὸ 12ο Σῶμα Στρατοῦ ἐκδήλωσε τὴν ἐπίθεσή του στὶς 5/18 Σεπτεμβρίου 1918, μὲ τὴν 22η  βρετανικὴ  Μεραρχία  ἀριστερὰ  καὶ  τὴ  Μεραρχία  Σερρῶν  στὰ  δεξιά,  κατὰ  τῆς ἀμυντικῆς τοποθεσίας τοῦ ὑψώματος Πυραμίδα (Γκρὰν Κορονέ). Ὁ ἀγώνας ὑπῆρξε σκληρὸς μὲ ἐναλλασσόμενες φάσεις καὶ μὲ βαρύτατες καὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρὲς ἀπώλειες. Ἡ Μεραρχία Σερρῶν, μὲ τὸ 1ο καὶ τὸ 2ο Σύνταγμα στὴν πρώτη γραμμή, ἐπιτέθηκε μὲ μεγάλο ἐνθουσιασμὸ καὶ κατάφερε νὰ προωθηθεῖ ἐντὸς τῆς ἐχθρικῆς τοποθεσίας, κατα-λαμβάνοντας τοὺς πρώτους ἀντικειμενικοὺς σκοπούς, δηλαδὴ τὰ ὑψώματα Δοϊράνης, Τέτον καὶ 340. Συνεχίζοντας τὴν ἐπιθετικὴ προσπάθεια, τὸ 1ο Σύνταγμα Σερρῶν ἐπιτέθηκε ἐναντίον τοῦ ὑψώματος Χίλτ. Ὅμως ἡ 22η βρετανικὴ Μεραρχία συνάντησε σθεναρὴ ἐχθρικὴ ἀντίσταση καί, παρ’ ὅλο ποὺ ἐνισχύθηκε μὲ τὸ 3ο Σύνταγμα Σερρῶν, δὲν κατάφερε νὰ προωθηθεῖ ἐντὸς τῆς ἐχθρικῆς τοποθεσίας. Τελικὰ ἡ βρετανικὴ Μεραρχία ἀναγκάστηκε νὰ ὑποχωρήσει, ἀφήνοντας ἀκάλυπτο τὸ ἀριστερὸ πλευρὸ τοῦ 1ουΣυντάγματος Σερρῶν, τὸ ὁποῖο συμπτύχθηκε γιὰ νὰ μὴν ἀποκοπεῖ.

Τὴ νύχτα ἀναστάλθηκε ἡ συμμαχικὴ ἐπίθεση καὶ ἡ ἑλληνικὴ Μεραρχία σταθερο-ποιήθηκε στὴ γραμμὴ ὑψώματα Δοϊράνης - ὕψωμα 340. Στὶς 6/19 Σεπτεμβρίου τὸ 12ο Σῶμα Στρατοῦ συνέχισε τὴν ἐπίθεσή του στὸ δυτικὸ τμῆμα τῆς λίμνης Δοϊράνης, χωρὶς ὅμως ἐπιτυχία. Ἡ Μεραρχία Σερρῶν, παρὰ τὰ συνεχὴ πυρὰ τοῦ ἐχθρικοῦ πυροβολικοῦ, κατάφερε νὰ καταλάβει τὸ ὕψωμα Χίλτ. Ὅμως καὶ πάλι ἡ ἀποτυχία τῆς βρετανικῆς Μεραρχίας ἀλλὰ καὶ ἡ ἐνίσχυση τῶν βουλγαρικῶν τμημάτων εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὴ συγκέντρωση τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων ἐναντίον τοῦ Χίλτ, τὴν ἀνακατάληψή του ἀπὸ τὰ βουλγαρικὰ τμήματα καὶ τὴ σύμπτυξη τῆς ἑλληνικῆς Μεραρχίας. Τελικὰ τὸ 12ο Σῶμα Στρατοῦ διέκοψε τὶς ἐνέργειές του καὶ συμπτύχθηκε στὶς ἀρχικὲς θέσεις ἐξορμήσεως. Οἱ ἀπώλειες τῆς 22ης βρετανικῆς Μεραρχίας ἀνῆλθαν σὲ 165 ἀξιωματικοὺς καὶ 3.155 ὁπλίτες νεκροὺς καὶ τραυματίες καὶ τῶν Ἑλλήνων σὲ 173 ἀξιωματικοὺς καὶ 2.514 ὁπλίτες. Παράλληλα, τὸ 16ο βρετανικὸ Σῶμα Στρατοῦ ἐξαπέλυσε τὴν ἐπίθεσή του στὶς 03:00 τῆς 5 /18 Σεπτεμβρίου, ἀνατολικὰ τῆς λίμνης Δοϊράνης κατὰ τοῦ τομέα τῆς Μπλάνγκα Πλάνινα. Τὴν ἐπίθεση ἀνέλαβε ἐξ ὁλοκλήρου ἡ Μεραρχία Κρήτης, καλυπτόμενη ἀπὸ δεξιὰ ἀπὸ τὴν 84η Ταξιαρχία τῆς 28ης βρετανικῆς Μεραρχίας. Ἡ ἑλληνικὴ Μεραρχία ἐπιτέθηκε μὲ δύο Συντάγματα στὴν πρώτη γραμμή, τὸ 9ο καὶ τὸ 29ο. Τὰ ἑλληνικὰ τμήματα κατόρθωσαν νὰ διανοίξουν διαδρόμους στὰ ἐχθρικὰ συρματοπλέγματα καὶ νὰ εἰσχωρήσουν σὲ μικρὸ βάθος ἐντὸς τῆς ἐχθρικῆς ἀμυντικῆς τοποθεσίας. Δέχτηκαν ὅμως σφοδρότατα πυρὰ πυροβολικοῦ καὶ πεζικοῦ, καθὼς καὶ ἀλλεπάλληλες ἀντεπιθέσεις, καὶ καθηλώθηκαν. Παρὰ τὴν ἐνίσχυσή τους ἀπὸ βρετανικὲς δυνάμεις καὶ ἀπὸ τὸ 3ο Σύνταγμα Ἱππικοῦ, δὲν ἐπιτεύχθηκαν σημαντικὰ ἀποτελέσματα. Τὴν ἐπομένη ἐπικράτησε ἠρεμία στὸν τομέα καὶ σταδιακὰ ἄρχισε ἡ ἀντικατάσταση τῶν ἑλληνικῶν τμημάτων πρώτης γραμμῆς. Οἱ ἀπώλειες τῆς Μεραρχίας Κρήτης ἀνῆλθαν σὲ 10 ἀξιωματικοὺς καὶ 96 ὁπλίτες νεκροὺς καὶ 34 ἀξιωματικοὺς καὶ 540 ὁπλίτες τραυματίες, ἐνῶ τῶν Βρετανῶν ἀνῆλθαν σὲ 100 νεκροὺς καὶ τραυματίες.

Ἡ ἐπίθεση τῆς βρετανοελληνικῆς Στρατιᾶς στὴν περιοχὴ τῆς Δοϊράνης εἶχε ἀποτύχει, ἀφοῦ οἱ ἀπώλειες ἦταν μεγάλες καὶ τὰ ἐδαφικὰ καὶ τακτικὰ κέρδη ἐλάχιστα. Σύμφωνα μὲ τὸ Γενικὸ Ἐπιτελεῖο ἡ κύρια αἰτία τῆς ἀποτυχίας ἦταν ἡ ἀνεπαρκὴς καὶ ἀναποτελεσματικὴ ὑποστήριξη τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων ἀπὸ τὸ βρετανικὸ πυροβολικό. Οἱ ἐπιχειρήσεις ὅμως στὴ Δοϊράνη συντέλεσαν στὴν ἀγκίστρωση ἰσχυρῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων πεζικοῦ καὶ πυροβολικοῦ».



[1] Ἱστοσελίδα Γ.Ε.Σ. «Μάχη τῆς Δοϊράνης».

[2] Στοιχεῖα τοῦ Γ.Ε.Σ. σχετικὰ μὲ τὴ μάχη τῆς Δοϊράνης:

1)Ἀρχείο Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Φ.232/Β/5, Μάχες Δοϊράνης - Ἐπίθεση κατὰ Γκρὰν Κορονὰ τῆς Μεραρχίας Σερρών τῆς 21ης Μαΐου 1919.

2)Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. Ἡ Συμμετοχὴ τῆς Ἐλλάδος, 139. Ἀναλυτικὰ γιὰ τὶς ἀπώλειες τῆς Μεραρχίας Σερρῶν κατὰ τὴ μάχη τῆς Δοϊράνης βλ. στὸ ἴδιο, παράρτ. 13, 222.

3)Ἀρχεῖο Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Φ.228/Β/3. Ἱστορικὸ τῆς Μεραρχίας Κρήτης τῆς 21ης Μαΐου 1919 γιὰ τὸ διάστημα ἀπὸ 1ης Σεπτεμβρίου μέχρι 18η Νοεμβρίου 1918 (Ἐπίθεση κατὰ Μπλάνγκα Πλάνινα), 14.

4)Ἀρχεῖο Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Φ.398/Γ/2. Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀρχιστρατήγου Δαγκλῆ πρὸς τὸν Πρωθυπουργὸ Ἐλευθέριο Βενιζέλο τῆς 7ης/19ης Σεπτεμβρίου 1918.


  Γευγελὴ περὶ τὰ 1900. Τσούφλειος Σχολὴ τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου. 
Εἰκόνα ἀπὸ τὴν ἱστοσελίδα "Ἔδεσσα 1860-1920".

Ἡ καταστροφὴ τῆς περιοχῆς τῆς Γευγελῆς ἀπὸ τοὺς Βούλγαρους[1]

Ἦταν τέλη τοῦ 1918 ὅταν ἡ ἐφημερίδα «Μακεδονία» δημοσίευσε ἕνα ἄρθρο ὑπὸ τὸν γενικὸ τίτλο: «Ἀπὸ τὰ βουλγαρικὰ ὄργια - Πῶς κατέστρεψαν τὴν Γευγελὴν καὶ τὰ περίχωρα - Ποιοὶ ἦσαν ἐπικεφαλὴς τοῦ ἔργου». Τὸ ἄρθρο αὐτό, παρουσιάζει τὸ βουλγάρικο χτύπημα κατὰ τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Γευγελῆς καὶ παρατίθεται αὐτούσιο:

«Καὶ οἱ Βούλγαροι, οἱ καταλαβόντες τὴν περιφέρειαν Γευγελῆς, μὴ θέλοντες νὰ ὑστερήσουν τῶν λοιπῶν ὁμοφύλων των ὡς πρὸς τὰς βαναυσότητας καὶ ἀγριότητας, ἐξετέλεσαν, ἐν πάσαις ταῖς λεπτομερείαις του τὸ πρόγραμμα τῆς ἐξοντώσεως καὶ ἐξαφανίσεως παντὸς ἑλληνικοῦ καὶ ἐν τὴ περιφερείᾳ ταύτῃ. Ἐν πρώτοις, ἄμᾳ τῇ καταλήψει τῆς εἰρημένης περιφερείας, ἐφρόντησαν νὰ ἐκτοπίσουν τοὺς κατοίκους, ἀφοῦ ὑπεχρέωσαν αὐτοὺς νὰ λάβουν μεθ’ ἑαυτῶν τὰ ἀναγκαιότερα μόνον τῶν οἰκιακῶν ἐπίπλων καὶ σκευῶν των, τὰ δὲ λοιπὰ ἑτοιμάσουν εἰς δέματα καὶ τοποθετήσουν εἰς ὡρισμένα οἰκήματα, πρὸς φρούρησιν δῆθεν αὐτῶν ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ βουλγαρικοῦ στρατοῦ, καὶ ἀποστολὴν αὐτῶν, ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ, ὑπ’ αὐτῶν τῶν βουλγαρικῶν ἀρχῶν εἰς τοὺς δικαιούχους, ἄμα τῇ ἐγκαταστάσει των εἰς τὸν ἐπὶ τούτῳ ὡρισμένον τόπον! Ἀφοῦ δὲ διὰ τοῦ ἐντίμου τούτου βουγαρικοῦ τρόπου κατεκράτησαν ἅπασαν τὴν κινητὴν περιουσίαν τῶν δυστυχῶν κατοίκων, ἔθεσαν εἰς ἐνέργειαν ἕτερον σατανικὸν μέσον πρὸς βαθμιαίαν ἐξόντωσιν καὶ αὐτῶν τῶν κατοίκων. Ἀπέσπασαν ὑπὸ τῶν ἀγκαλῶν πολλῶν οἰκογενειῶν τοὺς μόνους προστάτας των καὶ ἀπέστειλαν αὐτοὺς εἰς διάφορα καταναγκαστικὰ ἔργα, πολλῶν δὲ οἰκογενειῶν τὰ μέλη διεσκόρπισαν εἰς διάφορα μέρη τῆς Βουλγαρίας, ὅπου, ὑφίσταντο τὰ πάνδεινα, ἐξ ὧν πλεῖστοι καὶ καθ’ ὁδὸν -καθ’ ὅσον καθ’ ὡρισμένας φαίνεται, χρονικὰς περιόδους μετεφέροντο ἀπὸ τόπου εἰς τόπον πρὸς ἐπιδείνωσιν τῶν βασάνων των- καὶ εἰς τὰ μέρη ἔνθα ἐτοποθετήθησαν ἀπέθανον.

Ἐν τέλει, πρὸς συμπλήρωσιν τοῦ σχεδίου των, ἀπεψίλωσαν τὴν περιφέρειαν καὶ τῶν οἰκιῶν καὶ κατέστησαν, οὕτω, ταύτην ἔρημον. Ἐν Γευγελῂ μόνον, ἐκ τῶν 1500 οἰκιῶν καὶ 700 ἐμπορικῶν καταστημάτων καὶ ἐργαστηρίων, κατεδάφισαν ὑπὲρ τὰς 400 οἰκίας, διότι ἀνῆκον εἰς τοὺς φανατικωτέρους τῶν Γραικομάνων. Ἐκ τῶν λοιπῶν δὲ τὰς πλείστας κατεκρήμνισαν, ἀφοῦ ἀφήρεσαν τὰς κεράμους καὶ πᾶν ξύλινον ὑλικόν. Ἡ πόλις αὕτη, ἥτις ἄλλοτε ἦτο ὁ στόχος τοῦ Βουγλαρικοῦ Κομιτάτου, μετεβλήθη εἰς σωροὺς ἐρειπίων.

Καὶ τῶν ἄλλων χωρίων τῆς περιφερείας ταύτης ἡ τύχη δὲν ὑπῆρξε καλυτέρα. Τὰ χωρία Σέχοβον, Σλόπιντσα, Μαρζέντσα, Πόμπρεκ, Διαβατό, Παρδέϊτσα, Γκόρνιτσεκ, Μουίν, Χούμα εἶναι ἐντελῶς κατεστραμμένα, τῶν δὲ χωρίων Βογδάντσης, Στογιακόβου καὶ Νεγκόρτσης αἱ πλεῖσται οἰκίαι κατεστραμμέναι καὶ αἱ ἐναπομείνασαι ἀκατάλληλοι πρὸς κατοικίαν. Τοιαύτη, ἐν ὀλίγοις, ἡ διαγωγὴ τῶν Πρώσσων τῆς Ἀνατολῆς. Καὶ ὅμως διατείνονται καὶ κόπτονται, ὅτι ἡ περιφέρεια αὕτη εἶνε βουλγαρικὴ καὶ ἐπομένως εἶναι δίκαιον!! νὰ δοθῇ εἰς αὐτοὺς ἢ νὰ αὐτονομηθῇ, κατὰ τὴν ἀπαίτησιν τοῦ Μακεδονικοῦ Κομιτάτου. Ἐὰν ὄντως εἰς τὴν ἀπαίτησίν των ταύτην συντρέχουν λόγοι ἐθνολογικοὶ καὶ ἱστορικοί, διατὶ τότε προέβησαν οὐ μόνον εἰς τὴν ἐκτόπισιν ἀλλὰ καὶ διασπορὰν τοῦ πληθυσμοῦ, κατακράτησιν τῆς κινητῆς αὐτοῦ περιουσίας καὶ κατεδάφισιν καὶ καταστροφὴν ταύτης, πρωτοστατοῦντος μάλιστα αὐτοῦ τοῦ Βουγλάρου Φρουράρχου Γευγελῆς Θεοδώρου Σίσκωφ, ἀντισυνταγματάρχου 5ης Μεραρχίας 20οῦ Συντάγματος, ἔχοντος ὡς συνεργοὺς τοὺς Βλάδε Οἰκονόμωφ, Πρόεδρον τοῦ Κομιτάτου καὶ Δήμαρχον Γευγελῆς, Μῆτον Κουβάτσην, πρόεδρον τῶν ἐπιτάξεων καὶ Μίρτσε Κουβάτσην διευθυντὴν περι- θάλψεως; Ἀλλὰ τὸ μίσος αὐτῶν κατὰ τῶν κατοίκων τῆς περιφερείας ταύτης, καὶ ἰδία τῶν τῆς Γευγελῆς, ἀπὸ τῶν χρόνων τῆς τουρκικῆς δουλείας καθ’ ἣν δὲν ἠδυνήθησαν οἱ κομιτατζῆδες διὰ τοῦ πυρὸς καὶ σιδήρου νὰ καθυποτάξουν αὐτοὺς ὑπὸ τὸ Βουλγαρικὸν σχῖσμα, καὶ ἡ ἀποτυχία αὐτῶν κατὰ τὴν κατὰ τὸν Ἑλληνοσερβοβουλγαρικὸν πόλεμον εἰσβολήν των εἰς Γευγελήν, ὁπότε ἔλαβον τὰ ὅπλα καὶ αὐτοὶ οἱ κάτοικοι τῆς ἀτυχοῦς πόλεως κατ’ αὐτῶν, ἐζήτουν ἐκδίκησιν. Καὶ ἡ εὐκαιρία τοῖς ἐδόθη, προσθέτουσα μίαν ἀκόμα μαύρην σελίδα εἰς τὸ παθητικόν των, τὸ πλήρες θηριωδιῶν, ὡμοτήτων καὶ βαναυσοτήτων».

 



[1] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 23ης Δεκεμβρίου 1918.


Μετακινήσεις σλαβόφωνων πληθυσμῶν τῆς περιοχῆς Παιονίας

Ἀπὸ τὸ καλοκαίρι τοῦ 1913 καὶ τὴ λήξη τοῦ Β΄ Βαλκανικοῦ Πολέμου, μὲ τὴν ἥττα τῆς Βουλγαρίας, ξεκινάει στὴ Μακεδονία καὶ τὴ Θράκη ἡ ἀποχώρηση τῶν σλαβόφωνων κατοίκων τῶν περιοχῶν αὐτῶν, μὲ κατεύθυνση κυρίως τὴ Βουλγαρία. Ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Κιλκὶς οἱ ἀποχωρήσεις τῶν σλαβόφωνων τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἀνῆλθαν στὶς 13.000 - 14.000 ἄτομα.[1]

Τὸν Νοέμβριο τοῦ 1919, μὲ τὴ συνθήκη τοῦ Νεϊγῦ μετανάστευσαν ἐθελοντικὰ μὲ προορισμὸ τὴ Βουλγαρία, σλαβόφωνοι πληθυσμοὶ τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς Θράκης. Μέχρι τὰ τέλη Ὀκτωβρίου 1924 εἶχαν ὑποβληθεῖ συνολικὰ 9.013 αἰτήσεις μετα-νάστευσης ποὺ ἀντιστοιχοῦσαν σὲ 22.816 ἄτομα.

 

Στὴν περιφέρεια Κιλκὶς εἶχαν ὑποβληθεῖ αἰτήσεις:[2]

Περιοχὴ                   Αἰτήσεις                     Ἄτομα

Κιλκὶς                           929                      2.432

Γουμένισσα                 1.203                      3.526

 

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ Βουλγαρία, σλαβόφωνοι κάτοικοι τῆς περιοχῆς Παιονίας μετανάστευσαν καὶ στὴ Γιουγκοσλαβία:[3] Οἰκογένειες: Ἀξιούπολη 34, Εἰδομένη 25, Δογάνη 12, Πηγὴ 5, Γουμένισσα 2, Τούμπα 2, Εὔζωνοι 2, Ἅγιος Πέτρος 1.

Κατὰ τὴ μετανάστευση τῶν σλαβόφωνων κατοίκων στὴ Βουλγαρία, ὅσοι κατείχαν ἀκίνητη περιουσία εἶχαν ὑποβάλλει αἰτήσεις στὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση γιὰ ρευστοποίησή της.

Στὴν περιοχὴ τῆς Παιονίας ὁ ἀριθμὸς αἰτήσεων ρευστοποίησης περιουσιῶν σλαβόφωνων ἦταν:[4] Γουμένισσα 286, Ἀξιούπολη 172, Γρίβα 94, Γοργόπη 78, Καστανερὴ 75, Τούμπα 74, Πολύκαστρο 47, Εὔζωνοι 44, Γερακῶνας 39, Στάθης 30, Εἰδομένη 28, Πευκόδασος 27, Φιλυριὰ 24, Καμποχώρι 23, Δογάνη 20,  Πεντάλοφο 20, Πηγὴ 17, Εὔρωπος 10, Σκρὰ 8, Κάρπη 3, Κούπα 1.



[2] Στὸ ἴδιο

[4] Ἰάκωβος Μιχαηλίδης, «Σλαβόφωνοι μετανάστες καὶ πρόσφυγες ἀπὸ τὴ Μακεδονία καὶ τὴ Δυτικὴ Θράκη (1912 - 1930)» Διατριβή, Α.Π.Θ. 1996.



Ἡ Παιονία ἀπὸ τὸ 1920 μέχρι τὸ 1939

Στὶς 28 Ἰουλίου 1920, ὑπογράφηκε ἡ συμφωνία τῶν Σεβρῶν βάσει τῆς ὁποίας ἡ Τουρκία παραχώρησε στὴν Ἑλλάδα τὰ νησιὰ Ἴμβρος καὶ Τένεδος, τὴν Ἀνατολικὴ Θράκη μέχρι τὴν Τσατάλτσα καὶ τὴν περιοχὴ τῆς Σμύρνης.[1]

Στὶς 29 Αὐγούστου 1921, ἀποφασίστηκε ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος νὰ ἱδρυθεῖ ὑπηρεσία Τελωνείου στὸ Σέχοβο (Εἰδομένη) Παιονίας.[2]

Στὶς 11 Ὀκτωβρίου 1922, γίνεται ἔναρξη ἱσχύος τῆς ἀνακωχῆς τῶν Μουδανιῶν ἢ τῆς συνθήκης τῶν Μουδανιῶν ποὺ ὅριζε τὴν ἀπόσυρση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης καὶ τοῦ ξεριζωμοῦ 250.000 χριστιανῶν κατοίκων της.[3]


Χάρτης τῆς Παιονίας μὲ τὰ τοπωνύμια πρὸ τοῦ 1928. Πηγὴ: Ε.Α.Π.

Ἐγκατάσταση «ἀνταλλάξιμων» - Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἐτῶν 1922 καὶ 1924, ἑλληνικοὶ προσφυγικοὶ πληθυσμοὶ ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Θράκη, τὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὸν Πόντο ἐγκαταστάθηκαν στὴν ἐπαρχία Παιονίας μετὰ ἀπὸ τουρκικοὺς διωγμοὺς ἀλλὰ καὶ βάσει τῆς συμφωνίας γιὰ τὴν ἀνταλλαγὴ πληθυσμῶν μεταξὺ Ἑλλάδας καὶ Τουρκίας. Μετὰ τὴν ἀποχώρηση τῶν Τούρκων κατοίκων ἀπὸ τὴν παραμεθόρια περιοχὴ τῆς Παιονίας, ἐγκαταστάθηκαν στὴν περιοχὴ ἑλληνικοὶ προσφυγικοὶ πληθυσμοί:

Στὸ χωριὸ Καρασινὰν (Πλάγια) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυγες ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Θράκη καὶ τὴ Μικρασία (Μπογάζκιοϊ, Ἀρναούτκιοϊ, Ἀρτάκη, Μισόπολη). Στὸ χωριὸ Μαγιαδὰγ (Φανὸς) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυγες ἀπὸ τὴ Μικρασία (Μισόπολη). Στὸν συνοικισμὸ Ἀλτσὰκ (Χαμηλὸ) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυγες ἀπὸ τὸν Πόντο. Στὸν συνοικισμὸ Σλιὸπ (Δογάνης) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυ-γες ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Θράκη καὶ τὴ Μικρασία (Μπογάζκιοϊ, Μισόπολη). Στὸν συνοικισμὸ Δρέβενο (Πύλη) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυγες ἀπὸ τὸν Πόντο (Χαλδεία, Ἀμισός). Στὸ χωριὸ Ματσίκοβο (Εὔζωνοι) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυγες ἀπὸ τὶς ἑλληνικὲς περιοχὲς τῆς Βόρειας Μακεδονίας (Βογδάντσα, Γευγελή, Στρώμνιτσα) ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Πόντο (Κερασούντα, Κάρς). Στὸ χωριὸ Σμόλι (Μικρόδασος) ἐγκαταστάθηκαν Σαρακατσάνοι καὶ Πόντιοι πρόσφυγες (Κάρς, Τσάλκα, Σάντα, Ἀργυρούπολη). Στὴν Ὀρέβιτσα (Πευκόδασος) ἐγκαταστάθηκαν Ἕλληνες πρόσφυγες ἀπὸ τὸν Πόντο (Κάρς, Ἴμερα, Μπέσας, Μπασκύρ, Ἐβραμλί).

Τὸν Ἰούλιο 1924,[4] ἀνταλλάξιμοι ἀπὸ τὴν περιοχὴ Μετρῶν καὶ Τσατάλτζας, κατήγγει-λαν κατὰ τὴν ἄφιξή τους στὴν Ἑλλάδα πὼς οἱ τουρκικὲς ἀρχές, μὲ τὸ πρόσχημα ἐπιδημίας ζωικῶν ἀσθενειῶν στὴν περιοχή, ἀπαγόρευσαν τὴ μεταφορὰ τῶν ζώων τους στὴν Ἑλλάδα. Ὅσοι ἀνταλλάξιμοι ἐμπορεύτηκαν τὴν τελευταία σοδειὰ τῶν καλλιεργει-ῶν τους, στὸ διάστημα πρὸ τῆς ἀνταλλαγῆς, ὑποχρεώθηκαν νὰ καταβάλλουν τὰ ἐμπορικὰ τους ἔσοδα στὸ τουρκικὸ κράτος. Κατὰ τὴν ἀποχώρηση τῶν ἀνταλλάξιμων ὑπῆρξαν περιπτώσεις ποὺ οἱ τουρκικὲς ἀρχὲς ἀπαγόρευσαν τὴ μεταφορὰ στὴν Ἑλλάδα ἐκκλησιαστικῶν σκευῶν.

Τὴν 14 Σεπτεμβρίου 1924, κατόπιν προστριβῶν, δημιουργήθηκαν συμπλοκὲς μεταξὺ τῶν ντόπιων κατοίκων καὶ τῶν προσφύγων τοῦ χωριοῦ Ἅγιος Πέτρος Παιονίας (Πέτρο-βο) μὲ ἀποτέλεσμα τὸν θάνατο τοῦ κατοίκου Χρήστου Καλλίνη. Ἡ ὑπόθεση τῶν προστριβῶν πέρασε καὶ στὶς στῆλες τῶν ἐφημερίδων.[5]

Στὶς 30 Ὀκτωβρίου 1926, στὴ Γουμένισσα, κατὰ τὴν ὁμιλία τῶν Φιλελεύθερων ὑποψηφίων Ἰασωνίδη, Μουζενίδη, Κύρκου, Βουτυρὰ καὶ Ζαφειρόπουλου ποὺ διεξαγόταν ἀπὸ τὸν ἐξώστη τοῦ Κέντρου Προσφυγικῆς Ἕνωσης Γουμένισσας, δημιουργήθηκαν ἐπεισόδια στοὺς δρόμους τῆς πόλης μεταξὺ βασιλοφρόνων καὶ βενιζελικῶν ὀπαδῶν, ποὺ ἐξελίχθηκαν σὲ σύρραξη μεταξὺ ντόπιων καὶ προσφύγων, μὲ ἀποτέλεσμα τὸν τραυματισμὸ 5 ἀτόμων. Γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τῆς τάξης ἔκανε ἔνοπλη ἐπέμβαση ἡ Χωροφυλακή.[6]

 

21 Μαρτίου 1929. Ἐφημερίδα Μακεδονία μὲ τίτλους ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑ - ΤΟ ΠΡΟΧΘΕΣΙΝΟΝ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟΝ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ - Η ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΣΥΝΟΡΩΝ


Συλλαλητήριο τῶν κατοίκων τῆς Παιονίας στὴ Γουμένισσα πραγματοποιήθηκε τὴν Κυριακὴ 17 Μαρτίου 1929.[7] Οἱ συγκεντρωμένοι ζητοῦσαν ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση τὴν ἐνίσχυση τῶν χωριῶν τῆς περιοχῆς λόγω τῆς φτώχειας τῶν προσφυγικῶν καὶ ντόπιων πληθυσμῶν, λόγω τοῦ μικροῦ κατὰ οἰκογένεια κλήρου ποὺ καταστράφηκε ἀπὸ τὶς μάχες τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου καὶ λόγω τῆς καταστροφῆς τῶν ἀμπελιῶν ἀπὸ τὴ φυλλο-ξήρα. Ζητοῦσαν ἐπίσης καὶ τὴν ἰσχυρὴ φύλαξη τῶν συνόρων γιὰ τὴν ἀποτροπὴ ἐπιθέσεων τῶν κομιτατζήδων στὰ παραμεθόρια χωριά. Ἐνέκριναν καὶ ψήφισμα ποὺ ἐπιδόθηκε στὸν Πρόεδρο τῆς Κυβερνήσεως καὶ στὰ ὑπόλοιπα στελέχη τῆς διοίκησης.

 

Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ 1927 ξεκίνησε στὴ Γουμένισσα ἡ κατασκευὴ τοῦ βιομηχανικοῦ συγκροτήματος τοῦ μεταξουργείου «Χρυσαλὶς» ἀπὸ τὴν ἀνώνυμη ἐταιρεία «Μεταξο-ϋφαντουργεῖο ἡ «Χρυσαλὶς» Στυλινοῦ Ἠ. Παπαδόπουλου Α.Ε.»[8]

Στὶς 8 Ἀπριλίου 1929 ξεχείλισε ὁ Ἀξιὸς ποταμὸς καὶ πλημμύρισαν τὰ χωράφια τῶν κατοίκων τῶν χωριῶν Εἰδομένης καὶ Πλαγίων.[9] 

Στὶς 5 Ἰουνίου 1929, συνέβη ἀεροπορικὸ δυστύχημα μὲ πτώση στρατιωτικοῦ ἀεροσκά-φους, σὲ ἐκπαιδευτικὴ πτήση ἀπὸ τὸ Στρατιωτικὸ Ἀεροδρόμιο τῆς Θεσσαλονίκης πρὸς τὸ ἀεροδρόμιο τῆς Γοργόπης. Νεκρὸς ἀνασύρθηκε ἕνας μαθητὴς τῆς Σχολῆς Ἀεροπορίας καὶ σοβαρὰ τραυματίας ἕνας λοχίας τοῦ ἴδιου σώματος.[10]

Στὶς 24 Ἰουνίου 1929 ἔγιναν μὲ μεγάλες τιμὲς τὰ ἀποκαλυπτήρια τοῦ ἡρώου Ἀξιου-πόλεως. Τὸ πρωτοσέλιδο δημοσίευμα στὴν ἐφημερίδα «Μακεδονία» ἀναφέρεται στὸ μνημεῖο: «…Τὸ μνημεῖον ἐκ Πεντελικοῦ μαρμάρου εἶνε ἔργον τοῦ διασήμου γλύπτου κ. Δημητριάδου τῶν Παρισίων, παριστᾶ δὲ τὴν Πατρίδα ὑποβαστάζουσα γονυπετὴ ἐκ τῶν τραυμάτων πολεμιστὴν κρατοῦντα σφικτὰ τὸ ὅπλον του.»[11]

Στὶς 9 Φεβρουαρίου 1930, στὸ χωριὸ Φανὸς Παιονίας, πραγματοποιήθηκε παράσταση καὶ χωροεσπερίδα, τὰ ἔσοδα τῆς ὁποίας διατέθηκαν γιὰ τοὺς ἄπορους πρόσφυγες τῆς Κοινότητας Φανοῦ. Τὴν ἑσπερίδα διοργάνωσαν ὁ πρόεδρος τῆς κοινότητας Παντ. Τεκτονίδης, ὁ ἱερέας Χρυσ. Στεργίου καὶ ὁ Λοχαγὸς Ἠλ. Σφακιανάκης. Τὰ εἰσιτήρια διανεμήθηκαν στοὺς κατοίκους τῶν κοινοτήτων Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως, Εἰδομένης, Πλαγίων καὶ Φανοῦ. Στὴν παράσταση ἔλαβαν μέρος οἱ: Αἰγ. Κουβουκλιανός, Εὐδ. Κουβουκλιανοῦ, Δέσπ. Πιλαδέρη, Εὐδ. Φιλιππίδη καὶ Κ. Κουβουκλιανοῦ.[12]

Στὶς 20 Μαΐου 1930, στὴν ἐφημερίδα «Σκρίπ», δημοσιεύονται πληροφορίες τῆς ὑπόθε-σης μιᾶς δολοφονίας ποὺ εἶχε τελεστεῖ σὲ ἕνα ἀμπρὶ στὴν περιοχὴ τοῦ χωριοῦ Χαμηλὸ κι ἀφοροῦσε τὸν θάνατο μιᾶς γυναίκας ἀπὸ τὸν Εὔρωπο Παιονίας, τῆς Μαγδαληνῆς Γκουγκούλη. Οἱ πληροφορίες καθιστοῦσαν ὕποπτους γιὰ τὸν φόνο τοὺς συγγενεῖς της, ποὺ πιθανότατα τὴ δολοφόνησαν γιὰ νὰ καρπωθοῦν τὴν περιουσία της.[13]

Στὶς 17 Μαΐου 1931, ἱδρύθηκε ὁ Προσφυγικὸς Ἀθλητικὸς Ὅμιλος Ἀξιουπόλεως «Π.Α.Ο.Α».[14]

Στὶς 6 Φεβρουαρίου 1934, μιὰ τραγωδία σ’ ἕναν γάμο στὴν Ἀξιούπολη, συντάραξε τὴ δημοσιότητα. Μετὰ τὴν τελετή, στὸ γαμήλιο γλέντι, καὶ μετὰ ἀπὸ παρεξήγηση, ἕνας ἀπὸ τοὺς προσκεκλημένους, ὁ Διαμαντὴς Πεντελέκης, πυροβόλησε καὶ σκότωσε 5 παρα-βρισκόμενους στὴν ἐκδήλωση.[15]

Στὶς 8 Αὐγούστου 1934, ἱδρύθηκε ὁ Νομὸς Κιλκίς, ἡ περιοχὴ ἀνῆκε πιὸ πρὶν στὸν Νομὸ Θεσσαλονίκης.[16]

Στὶς 18 Ἰουνίου 1936 πραγματοποιήθηκε στὴν Ἀξιούπολη πολυπληθὲς συλλαλητήριο τῶν κουκουλοπαραγωγῶν (σηροτρόφων).[17]



[1]  Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Συνθήκη τῶν Σεβρῶν».

[2] Ἐφημερίδα «Σκρὶπ» τῆς 29ης Αὐγούστου 1921.

[3] Ἱστοσελίδα Βικιπαίδεια «Ἀνακωχὴ τῶν Μουδανιῶν».

[4] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 17ης Ἰουνίου 1924.

[5] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 21ης Σεπτεμβρίου 1924 καὶ 26ης Σεπτεμβρίου 1924.

[6] Ἐφημερίδες «Μακεδονία» τῆς 31ης Ὀκτωβρίου 1926, «Ταχυδρόμος» τῆς 31ης Ὀκτωβρίου 1926.

[7] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 21ης Μαρτίου 1929.

[8] Ἱστοσελίδα ertnews.gr

[9] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 9ης Ἀπριλίου 1929.

[10] Εφημερίδα «Σκρὶπ» τῆς 9ης Ἰουνίου 1929.

[11] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 24ης Ἰουνίου 1929.

[12] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 10ης Φεβρουαρίου 1930.

[13] Ἐφημερίδα «Σκρὶπ» τῆς 20ῆς Μαΐου 1930.

[14] Ἑταιρεία Μακεδονικῶν Σπουδῶν, «Οἱ πρόσφυγες στὴ Μακεδονία», Ἀθήνα 2009.

[15] Ἐφημερίδα «Αναγέννησις Τρικάλων» τῆς 7ης Φεβρουαρίου 1934.

[16] Γιῶργος Ἐχέδωρος «Ἱστορία τοῦ Κιλκίς», Κιλκίς, 1996.

[17] Ἐφημερίδα «Μακεδονία» τῆς 19ης Ἰουνίου 1936.

Τὸ βιβλίο "Κοινότης Πλαγίων - Ἐν Παιονία Κιλκὶς" τοῦ Θεόδωρου Π. Μποράκη ποὺ κυκλοφόρησε τὸν Ἰανουάριο 2022 σὲ ψηφιακὴ μορφή, διατίθεται δωρεάν. Γιὰ πληροφορίες διαβάστε στὴ δ/νση:
http://plagia-paionias.blogspot.com/2022/01/blog-post.html


Ἀπὸ τὸ περιοδικὸ τῆς νεολαίας τοῦ Ἰ. Μεταξᾶ Ε.Ο.Ν. "Η ΝΕΟΛΑΙΑ" τχ.2 τῆς 22/10/1938 

Σημείωση: Τα κείμενα με μπλε χρωματισμό δεν περιλαμβάνονται στην ύλη του βιβλίου αλλά προέκυψαν από μεταγενέστερες έρευνες.