Το ελληνικό στρατιωτικό κοιμητήριο του Α' Π.Π. στον Φανό Παιονίας

Η είσοδος των ελληνικών στρατιωτικών κοιμητηρίων του Α' Π. Π. στην ορεινή περιοχή του χωριού Φανός. Φωτογραφία: Θεoδωρος Π. Μποράκης.


Τα ελληνικά στρατιωτικά μνήματα, όπως τα χαρακτηρίζουν οι τοπικοί κάτοικοι, βρίσκονται στην ευρύτερη ορεινή περιοχή του χωριού Φανός Παιονίας, περίπου 3 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά σε ευθεία από το χωριό, στην τοποθεσία Τσάγκα.
Λόγω της υπερκάλυψής τους από την βλάστηση γίνεται δύσκολα αντιληπτός ο χώρος των κοιμητηρίων (διατηρείται μόνο τμήμα του χαμηλού περιτοιχίσματος, η πύλη εισόδου και απομεινάρια πέτρινης βάσης πιθανότατα κάποιου μνημείου).
Ο χώρος τους προσδιορίζεται σε απόσταση περίπου 500 μέτρων νοτιανατολικά από το μνημείο Γάλλων πεσόντων, με κίνηση οδοιπορικώς σε εκτός δρόμου έδαφος, παράλληλα με την ανατολική όχθη του χειμάρρου Κουμ Ντερέ που χύνεται στον παραπόταμο του Αξιού ποταμού, Κοτζά Ντερέ, στη θέση Παλιά Γέφυρα κοντά στο χωριό Πηγή. 

Οι τάφοι δεν υφίστανται πλέον και ο χώρος του κοιμητηρίου είναι απροσπέλαστος λόγω πυκνής βλάστησης.  Ίχνη διαμορφωμένου εδάφους κατά τη διαδρομή γίνονται εύκολα αντιληπτά (όπως και κοντά στην πύλη του νεκροταφείου) που φανερώνουν πως πιθανότατα το 1916 να υπήρχε εκεί δρόμος που είχε κατασκευαστεί για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των δυνάμεων της Αντάντ.

Σχέση με την ιστορία – Η ουδέτερη στάση της Ελλάδας κατά τον Α΄ Π. Π. επηρεάστηκε από τη δράση των δυνάμεων της Αντάντ κατά των Κεντρικών Δυνάμεων στο Μακεδονικό Μέτωπο (απόβαση γαλλικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη το 1915) και από τη κατάληψη της ελληνικής επικράτειας, ανατολικά του ποταμού Στρυμόνα, από τον βουλγαρικό στρατό που ήδη υπήρξε σύμμαχος των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Τουρκία) (1916).

Η βουλγαρική κατάληψη ελληνικών εδαφών, η εγκληματική δράση του βουλγαρικού στρατού σε βάρος των Ελλήνων κατοίκων και η αδράνεια της κυβέρνησης του Στέφανου Σκουλούδη έναντι όλων αυτών, ήταν που έφεραν στο αποκορύφωμά του τον Εθνικό Διχασμό μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Ελευθέριου Βενιζέλου. Αποτέλεσμα των αφόρητων επιρροών των αντιμαχόμενων (Αντάντ και Κεντρικών Δυνάμεων) που ασκούνταν στο ελληνικό πολιτικό παρασκήνιο, ήταν να αντιδράσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος στην ελληνική ουδετερότητα με στρατιωτικό κίνημα και να προκύψουν οι δυο ελληνικές κυβερνήσεις (των Αθηνών με υπηρεσιακό πρωθυπουργό τον Σπυρίδωνα Λάμπρου και της Θεσσαλονίκης με πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο) τον Σεπτέμβριο του 1916 αλλά και να εξοριστεί ο βασιλιάς Κωνσταντίνος το καλοκαίρι του 1917, υπό την απειλή επέμβασης των δυνάμεων της Αντάντ στην Αθήνα, δυνάμεων που επιδίωκαν και πέτυχαν να τοποθετήσουν βασιλιά τον Αλέξανδρο και πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Η κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης (της Θεσσαλονίκης) με πρωθυπουργό τον Ελ. Βενιζέλο που είχε τη υποστήριξη της Αντάντ, εγκατέλειψε την αυστηρή ουδετερότητα κι έλαβε μέρος στον πόλεμο, στο πλευρό των Γάλλων με 3 Ταξιαρχίες Πεζικού. Την άνοιξη του 1917, στα βόρεια σύνορα της χώρας διεξήχθησαν σημαντικές μάχες των Ελλήνων και των Γάλλων κατά των Βουλγάρων και των Γερμανών (μάχες Σεμέν ντε Φερ, Ραβινέ κλπ). Την ίδια στιγμή η Κυβέρνηση των Αθηνών κι ο βασιλιάς Κωνσταντίνος δεχόταν πιέσεις από την Αντάντ για αφοπλισμό του στρατού στον ελληνικό νότο, και είχε ήδη γράψει στο ιστορικό της τα «Νοεμβριανά» του 1916 με τον ναυτικό αποκλεισμό της Αθήνας και του Πειραιά από τον Αγγλο-γαλλικό στόλο και την αιματηρή αντίδραση του Συνδέσμου των Επιστράτων στην επιβολή του αφοπλισμού και την παρουσία Αγγλο-γάλλων εισβολέων στους δρόμους της Αθήνας. 


Η βάση του μνημείου τη δεκαετία του 2010, ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση, με εμφανή τα σημάδια καταστροφής από τις έρευνες χρυσοθήρων. Φωτογραφία: Θεόδωρος Π. Μποράκης.



Τμήμα του χαμηλού περιτοίχισματος των κοιμητηρίων (δεκαετία 2010). Φωτογραφία: Θεόδωρος Π. Μποράκης.