Πρόεδροι - Γεώργιος Τσεμπεζής, Ἀνέστης Ἀνθάκης, Γρηγόριος Μαμτζαδέρης, Νικόλαος Καράνταγλης, Δημήτριος Δελάκης, Ἰωάννης Πεσεντζάκης, Περικλὴς Βαφειάδης, Θεόδωρος Μποράκης, Νικόλαος Τζουρτζουκλής, Γεώργιος Μπούρας, Ἰωάννης Πασχαλέρης, Θεμιστοκλῆς Ἰωαννίδης, Κωνσταντῖνος Παλαλάκης, Κωνσταντῖνος Πασχαλέρης, Δημήτριος Αν. Μουτσάκης.
Γραμματεῖς - Θωμὰς Κακάκης, Ἀλέξανδρος Χαμπαῖος, Γρηγόριος
Τσοτσάκης, Κούλα Καραογλάνη.
Ἱερεῖς - Ἀπόστολος Θεοδωρίδης, Ζαχαρίας Λαπόρδας, Ἀρχιμανδρίτης Κυπριανός, Κωνσταντῖνος
Ἰωαννίδης, Ηλίας Λαπόρδας, Κωνσταντῖνος Παπαδημητρίου, Γεώργιος Μπαξεβάνης, Κωνσταντῖνος
Χατζάκος, Ἀναγνώστης Στογιανκεχαγιὰς κ.ἂ.
Δάσκαλοι - Σοφρώνιος Σουλτανίδης, Βιργινία Χαμπαίου, Βασίλειος
Σουλτανίδης, Στέλλα Σουλτανίδου, Ἀριστείδης Κωνσταντινίδης, Στέλλα
Κωνσταντινίδου, Βασίλειος Μασούρας, Δημήτριος Νατσιός, Ἀπόστολος Ἀλεξιάδης, Στέφανος
Παπαστεργίου, Ἰωάννης Δάλλας, Γεώργιος Γιαπαλής, Γεώργιος Χουμουρούδης, Ἀναγνωστίδης
Ἰωάννης, Παναγιώτα Ἀντωνοπούλου κ.ἂ.
Νηπιαγωγοί - Ἔφη Καραμανλή, Γενοβέφα Τοτολίδου, Μαρία Ψωμαδάκη, Βασιλικὴ Βεληγκέκα κ.ἂ. Νηπιοτρόφος - Ἑλένη Μποράκη - Βαλάση.
Ἀγροφύλακες ποὺ ὑπηρέτησαν ὡς μόνιμοι: Νικόλαος Σμυρλίδης, Στέφανος
Χαλβατζής, Μιχαὴλ Μπούρας, Νικόλαος Πραγκαλάκης, Χρῆστος Μποράκης κ.ἂ.
Θηροφύλακας (μὲ ἕδρα τὴν Εἰδομένη): Γεώργιος Μουταφτσίδης.
Ταχυδρόμοι (μὲ ἕδρα τὴν Εἰδομένη): Στέλιος Φαχουρίδης, Ἰωάννης Τερτσινίδης κ.ἂ.
Τὸ χωριὸ δὲν διαθέτει ἀστυνομικὸ τμῆμα. Μεταπολεμικὰ ἀστυνομευόταν ἀπὸ τὸν
Σταθμὸ Χωροφυλακῆς Εἰδομένης ποὺ μετέπειτα ὀνομάστηκε Ἀστυνομικὸ Τμῆμα Εἰδομένης
καὶ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 2000 ἀστυνομεύεται ἀπὸ τὸ Ἀστυνομικὸ Τμῆμα
Παιονίας μὲ ἓδρα τὸ Πολύκαστρο.
Δὲν στρατοπέδευε στὸ χωριὸ στρατιωτικὴ μονάδα ἀλλὰ μεταπολεμικὰ ὑπαγόταν
στὴν περιοχὴ τοῦ Στρατιωτικοῦ Λόχου τοῦ χωριοῦ Φανὸς ποὺ ἕδρευε ἐκεῖ μέχρι τὶς ἀρχὲς
τῆς δεκαετίας τοῦ 1980 καὶ τοῦ Στρατιωτικοῦ Φυλακίου ποὺ ἦταν ἐγκατεστημένο στὸ
ὕψωμα «412» μέχρι τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 2010.
Ἐπαγγέλματα τῶν Πλαγιωτῶν
Ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς
ἐγκατάστασής τους ἀσχολήθηκαν μὲ τὴν παραγωγὴ ξυλοκάρβουνου, τὴ σηροτροφία
(κουκούλια), τὴν καπνοκαλλιέργεια, τὴν καλλιέργεια σιτηρῶν καὶ ὀπωροκηπευτικῶν,
τὴν ἀμπελουργία καὶ τὴν οἰνοποιεία -τὰ τελευταῖα χρόνια μὲ τὴν καλλιέργεια ἡλίανθων
(ἡλιοτρόπια)- τὴν κτηνοτροφία βοοειδῶν καὶ ἀμνοεριφίων καὶ τὴ μελισσοκομία, ἐνῶ
στὰ συμπληρωματικὰ καὶ περιστασιακὰ μέσα βιοπορισμοῦ περιλαμβάνεται καὶ τὸ
κυνήγι θηραμάτων (λαγοί, ἀγριόχοιροι κ.τ.ὅ) καὶ τὸ ψάρεμα στὸν Ἀξιὸ ποταμὸ
(γουλιανοὶ κ.τ.ὅ). Παρακάτω παρουσιάζονται τὰ κυριότερα ἐπαγγέλματα ἢ
δεξιότητες τῶν συγχωριανῶν ταξινομημένα σὲ δύο χωριστὲς περιόδους, προπολεμικὰ
(πρὶν τὸ 1940) καὶ μεταπολεμικά.
Ἐπαγγέλματα προπολεμικὰ
Ἐκτροφὴ μεταξοσκωλήκων (σηροτροφία) - Ἡ πρώτη καὶ κυριότερη ἀσχολία τῶν Πλαγιωτῶν, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ἐγκατάστασής τους στὸ χωριὸ καὶ μέχρι τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1970 ἦταν τὰ «κουκούλια» (σηροτροφία). Ὁ χῶρος ἐκτροφῆς τῶν μεταξοσκωλήκων ἔπρεπε νὰ διαμορφώνεται σὲ κλειστὸ χῶρο (δωμάτιο σπιτιοῦ, ἀποθήκη κ.λπ.) καὶ γιὰ τὴ διατροφή τους χρειάζονταν ἀρκετὰ δέντρα μουριᾶς. Αὐτὸς εἶναι κι ὁ λόγος ποὺ στὸ χωριὸ ὑπάρχουν πολλὲς μουριές. Ἡ ἐπώαση τῶν αὐγῶν γινόταν στὰ μέσα Ἀπριλίου σὲ θερμαινόμενο δωμάτιο. Σὲ 10 μέρες ἔβγαιναν οἱ προνύμφες ποὺ τρέφονταν μὲ καλὰ τεμαχισμένα καὶ τρυφερὰ φύλλα μουριᾶς ἐνῶ στὸ τελικὸ στάδιο τῆς ἡλικίας τους οἱ μεταξοσκώληκες τρέφονταν μὲ ὁλόκληρα φύλλα. Περὶ τὰ τέλη Μαΐου οἱ μεταξοσκώληκες δημιουργοῦσαν μὲ μετάξι τὸ κουκούλι τους ἐπάνω στὰ κομμένα κλαδιὰ μουριᾶς ποὺ ὑπῆρχαν τοποθετημένα μέσα στὸν χῶρο. Μέχρι τὰ μέσα Ἰουνίου ἔπρεπε νὰ παραδοθοῦν τὰ κουκούλια στὸν ἔμπορο (συνήθως στὴ Γουμένισσα) γιατὶ ἀλλιῶς ἂν θὰ ξεκινοῦσε ἡ μεταμόρφωση τοῦ μεταξοσκώληκα σὲ πεταλούδα, τὸ κουκούλι θὰ μαλάκωνε καὶ τὸ μετάξι του θὰ ἦταν πλέον ἄχρηστο.
Καπνοκαλλιεργητές - Ἡ δεύτερη κύρια ἀπασχόληση
τῶν κατοίκων τοῦ χωριοῦ ἦταν ἡ καλλιέργεια τοῦ καπνοῦ, μέχρι τὰ μέσα τῆς
δεκαετίας τοῦ 1980. Σύμφωνα μὲ νόμο τοῦ 1930, ἀπαγορευόταν ἡ καλλιέργεια τοῦ
καπνοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ κάμπου γι’ αὐτὸ τὰ καπνοχώραφα τῶν Πλαγιωτῶν ἦταν διασκορπισμένα
σὲ διάφορες ἐκτάσεις. Ὁ τύπος καπνοῦ ποὺ καλλιεργοῦσαν ἦταν ὁ Μπασμὰς
Μακεδονίας. Τὰ σπορεῖα τοῦ καπνοῦ (γιαστίκια) ἦταν κατάλληλα διαμορφωμένα στὴ γῆ
φυτώρια, κοντὰ στὰ σπίτια τῶν παραγωγῶν κι ἦταν προστατευμένα μὲ νάιλον. Ἡ σπορὰ
στὰ γιαστίκια γινόταν τὸν Μάρτιο. Πρὸς τὰ τέλη Μαΐου γινόταν ἡ φύτευση τοῦ
καπνοῦ στὸ χωράφι. Ἀπὸ τὰ τέλη Ἰουνίου ξεκινοῦσε ἡ συγκομιδὴ τῶν φύλλων τοῦ
καπνοῦ, στὴν ὁποία συμμετείχαν ὅλα τὰ ἐνήλικα μέλη τῆς οἰκογένειας καὶ διαρκοῦσε
μέχρι καὶ τὰ μέσα Σεπτεμβρίου. Ἡ συγκομιδὴ γινόταν πρὶν νὰ ξημερώσει.
Συλλέγονταν τὰ φύλλα καπνοῦ καὶ τὴν ἴδια μέρα ἡ οἰκογένεια τὰ ἀρμάθιαζε στὴν αὐλὴ
τοῦ σπιτιοῦ -μὲ τὸ χέρι σὲ βελόνες παλαιότερα, καὶ μὲ μηχανὲς τὰ τελευταῖα
χρόνια- καὶ οἱ ἀρμαθιὲς τοποθετοῦνταν γιὰ ξήρανση σὲ νάιλον ἀντίσκηνα. Τὸ ἀρμάθιασμα
ἀποτελοῦσε καὶ ἕνα εἶδος κοινωνικῆς ἐκδήλωσης γιατὶ συγκεντρώνονταν πρὸς
βοήθεια συγγενεῖς καὶ φίλοι τῆς οἰκογένειας. Μέχρι τὸ τέλος τοῦ ἔτους, οἱ
καπνέμποροι παραλάμβαναν ἀπὸ τὶς ἀποθῆκες τῶν καπνοπαραγωγῶν τὰ ἀποξηραμένα
καπνά τους.
Καρβουνάδες - Οἱ περισσότερες οἰκογένειες ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Θράκη, (Μπογαζκιῶτες, Ἀρναουτκιῶτες κ.ἂ.), πέραν τῶν ἀγροτικῶν ἀσχολιῶν, δραστηριοποιή-θηκαν καὶ στὴν κατασκευὴ κάρβουνου. Ἰδιαίτερα στὸ διάστημα τῆς Κατοχῆς, οἱ χωριανοὶ ἔκοβαν ξύλα ἀπὸ τὰ γύρω βουνὰ κι ἔφτιαχναν στὸ χωριὸ τὰ καμίνια τους. Τὰ ξυλοκάρβουνα τὰ φόρτωναν στὰ ὑποζύγια καὶ κατέβαιναν στὶς κωμοπόλεις τῆς Παιονίας γιὰ νὰ τὰ πουλήσουν. Στὴν Ἀξιούπολη, στὸ Πολύκαστρο, στὴ Γουμένισσα, στὸν Ἅγιο Πέτρο, στὰ Κουφάλια μέχρι καὶ στὴ Νέα Χαλκηδόνα ἔφταναν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τὰ πλαγιώτικα ξυλοκάρβουνα.
Καφενεῖα - α) Τὸ καφενεῖο τοῦ Ἀθανάσιου Νάτσικου, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὸν Καλφὰ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, τό κατάστημα βρισκόταν 90 μέτρα νοτοδυτικὰ τῆς ἐκκλησίας, στὸ χῶρο ποὺ ἀργότερα λειτούργησε ὁ φοῦρνος τοῦ χωριοῦ. β) Τὸ καφενεῖο καὶ μαζὶ κρεοπωλεῖο τοῦ Σωκράτη Καράδαγλη μὲ ρίζες ἀπὸ τὸ Μπογάζκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ἦταν ἀπέναντι καὶ νοτοδυτικὰ τῆς ἐκκλησίας, στὸν χώρο ποὺ ἀργότερα λειτούργησε τὸ παντοπωλεῖο τοῦ «Παντῆ» Ἀθανασίου Πολιτούδη. Στὸ "τσαρδάκι", πάνω ἀπὸ τὴν πλατεία, ὁ Καράδαγλης διοργάνωνε τὰ γλέντια τοῦ καταστήματός του. γ) Τὸ καφενεῖο τοῦ Γιάννη Γκέρλοβα μὲ ρίζες ἀπὸ τὸ Μπογάζκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ἦταν ἀπέναντι καὶ νοτιοδυτικὰ τῆς ἐκκλησίας (διέθετε γραμμόφωνο κι εἶχε τὰ τραπεζοκαθίσματά του στὴν πλατεία). δ) Τὸ καφενεῖο τοῦ Θεόδωρου Ἰωαννίδη ποὺ εἶχε καταγωγὴ ἀπὸ τὸ Ἑξάστερο Σηλυβρίας, ἦταν δίπλα καὶ βορειότερα ἀπὸ τὸ παλιὸ γραφεῖο τῆς κοινότητας. ε) Τὸ δυόροφο καφενεῖο καὶ παντοπωλεῖο τοῦ Γιάννη Σαββούδη ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Μισόπολη Προύσας, ἦταν στὴν πάνω γειτονιά (στὸ «κατσούρι» ποὺ λέγανε οἱ παλιοί), λίγο ψηλότερα ἀπὸ τὸ σημερινὸ σχολεῖο. στ) Τὸ καφενεῖο τοῦ Ἀδᾶμ Ἰωάννου ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ Μπογάζκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης (ἀργότερα τὸ ἀνέλαβε ὁ «Κουμπαράκης», ὁ Δημήτριος Μαυρόπουλος ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ Κάτω Νεοχωράκι τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης) ποὺ ἦταν δίπλα στὴν ἐκκλησία ἀπὸ τὴ βόρεια πλευρά της, στὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται τὸ σπίτι τοῦ «Ἀποστολάκη» καὶ ἡ σημερινὴ παιδικὴ χαρά. Ἐκεῖ εἶχε ἔρθει προπολεμικὰ καὶ τραγούδησε ἡ ξακουστὴ στὴν περιοχή, τραγουδίστρια Ρεβέκα μὲ τὴ συνοδεία βιολιοῦ καὶ οὔτι. ζ) Τὸ καφενεῖο τοῦ Γεώργιου Ἀγόρατζη, τὸ «Κουβούσι», ἦταν στὴ μικρὴ πλατεία, 90 μέτρα δυτικὰ τῆς ἐκκλησίας καὶ λειτούργησε μέχρι πρὶν τὸν πόλεμο (μεταπολεμικά, τὸ 1958, τὸ κατάστημα ἀνακαινίστηκε ἀλλὰ δὲν ξαναλειτούργησε).
Παντοπωλεῖα - α) Τὸ παντοπωλεῖο τοῦ «Σταυράκη», ποὺ διατηροῦσε ὁ Σταῦρος
Χατζησταυρίδης μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν Πάνορμο τῆς Κυζίκου, βρισκόταν δυτικὰ τῆς ἐκκλησίας
μέχρι ποὺ τὸ λεηλάτησαν καὶ τελικὰ τὸ ἔκαψαν οἱ Βούλγαροι ὅταν πυρπόλησαν τὸ
χωριὸ στὶς 17 Ἰανουαρίου 1944. β) Τὸ παντοπωλεῖο τοῦ Δήμου Τσαγκαρᾶ, μὲ ρίζες ἀπὸ
τὴν Ἀρτάκη τῆς Κυζίκου, βρισκόταν ἀνατολικὰ τῆς πλατείας, στὸ χῶρο ποὺ ἀργότερα
λειτούργησε τὸ καφενεῖο τοῦ Νίκου Τζουρτζουκλῆ.
Ἐπαγγέλματα - Ὑπῆρχαν τρεῖς κουρεῖς στὸ χωριό: α) ὁ Γιῶργος
Μουτσάκης μὲ ρίζες ἀπὸ τὸ Ἀρναούτκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, β) ὁ Κώστας
Μουτσάκης μὲ ρίζες ἀπὸ τὸ Ἀρναούτκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης καὶ γ) ὁ Γιάννης
Πεσεντζάκης μὲ ρίζες ἀπὸ τὸ Μπογάζκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ποὺ χρησιμοποιοῦσαν
σὰν χῶρο ἐξάσκησης τῆς τέχνης τους τὰ καφενεῖα.
Φωτογράφος τοῦ χωριοῦ ἦταν ὁ Ἰωάννης Φωτεινὸς ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν
Καρβάλη Ἰκονίου, καὶ ἀργότερα μετὰ τὸν πόλεμο τὸν διαδέχθηκε στὴν τέχνη ὁ
γαμπρός του Γεώργιος Τσαγκαράς.
Νερόμυλος ὑπῆρχε κοντὰ στὸ χωριὸ Χαμηλό, στὸν παλιὸ ἀγροτικὸ δρόμο
Πλαγίων - Χαμηλοῦ κι ἀνῆκε στὸν Ἰωάννη Τερτσινίδη μὲ ρίζες ἀπὸ τὸν Πόντο.
Ἡ μαμὴ τοῦ χωριοῦ ἦταν ἡ Ζωὴ Καράνταγλη, ἡ «παψανὴ» ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ
Ἀρναούτκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἡ μαμὴ τοῦ χωριοῦ ἦταν καὶ
πρακτικὴ γιατρὸς σὲ περιπτώσεις μικροτραυμάτων καὶ κρυολογημάτων, ἀλλὰ καὶ περίτεχνη
ξεματιάστρα.
Ἐπαγγέλματα μεταπολεμικὰ
Ἐπαγγελματικὴ κατάρτιση - Στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1950, νέοι τοῦ χωριοῦ σπούδασαν σὲ ἐπαγγελματικὲς σχολὲς - ἱδρύματα. Στὸ ἵδρυμα τῆς Καστοριᾶς ἔμαθαν τὴν οἰκοδομικὴ τέχνη οἱ: Παναγιώτης Μποράκης, Ἰορδάνης Ἠλιάδης καὶ Ἀθανάσιος Πολιτούδης. Στὸ ἵδρυμα τῆς Λέρου ἔμαθε τὴν ξυλουργικὴ τέχνη ὁ Χριστόδουλος Κακάκης καὶ τὴ ραπτικὴ ὁ Νικόλαος Μουκατατζάκης. Μερικοὶ νέοι μαθήτευσαν γιὰ μῆνες δίπλα σὲ παλιοὺς μαστόρους τῆς περιοχῆς κι ἔμαθαν τὴν οἰκοδομικὴ τέχνη ὅπως ὁ Κλήμης Κακατσέρης. Δίπλα σὲ παλιὲς κι ἔμπειρες ὑφάντρες, κυρίως τοῦ χωριοῦ Φανός, μαθήτευσαν νέες τοῦ χωριοῦ καὶ κατόπιν συνέχισαν τὴν ὑφαντικὴ τέχνη μὲ δικούς τους ἀργαλειοὺς μέχρι τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1970. Στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 καὶ τοῦ 1970, οἱ Πλαγιῶτες: Δημήτριος Ἀπ. Μουτσάκης, Κωνσταντῖνος Τσάμπας καὶ Ἰωάννης Λαμπαδάρης σπούδασαν στὴ Θεσσα-λονίκη, στὴν Τεχνικὴ Σχολὴ «Ἀριστοτέλης». Τὴν ἴδια περίοδο σπούδασαν στὸ Πολύ-καστρο, ἠλεκτρολόγοι ἐγκαταστάσεων, οἱ Πλαγιῶτες: Δημήτριος Ἐριφάκης, Ἰωάννης Παπαναστασίου καὶ Παντελὴς Ρέπος.
Καφενεῖα - α) Στὸ σημεῖο ποὺ ὑπῆρχε προπολεμικὰ τὸ παντοπωλεῖο τοῦ Δήμου Τσαγκαρᾶ,
ἀνατολικὰ τῆς πλατείας, λειτουργοῦσε ἀπὸ τὸ 1965 τὸ καφενεῖο του ὁ Νίκος
Τζουρτζουκλὴς μὲ ρίζες ἀπὸ τὴν Ἀρτάκη. Τὸ 1967 τὸ εἶχε ἀνακαινίσει ξεκινώντας ἐπίσημα
τὴ λειτουργία του. Τὸ καφενεῖο τοῦ Νίκου Τζουρτζουκλῆ στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας
τοῦ 1960 χρησιμοποιοῦνταν ὡς ραφεῖο ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Τζουρτζουκλή. β) Τὸ
καφενεῖο τοῦ «Ἀλμπάνη» ποὺ βρισκόταν ἀνατολικὰ κι ἀπέναντι ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, τὸ
διατηροῦσε ὁ Γεώργιος Ναλμπάντης ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ Μπογάζκιοϊ τῆς Ἀνατολικῆς
Θράκης κι ἀργότερα ὁ γαμπρός του Γεώργιος Διονυσόπουλος, ὁ «Καλαμάτας», μέχρι τὰ
τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1980. γ) Ἀνατολικὰ τῆς πλατείας, δίπλα στὸ καφενεῖο τοῦ
Τζουρτζουκλῆ λειτουργεῖ τὸ καφενεῖο τοῦ Λευτέρη Γιαννουλάκη ἀπὸ τὸ 1979 καὶ
συνεχίζει τὴ λειτουργία του μέχρι σήμερα ἡ Ἑλένη Δάλλα - Γιαννουλάκη. δ) Τὸ
καφενεῖο τοῦ Πεσεντζάκη, βρίσκεται ἀπέναντι καὶ ἀνατολικὰ ἀπὸ τὴ σημερινὴ
παιδικὴ χαρὰ, ἄλλαξε ἀρκετοὺς ἰδιοκτήτες καὶ συνεχίζει νὰ λειτουργεῖ μέχρι
σήμερα.
Το καφενείο του "Καλαμάτα" στον κεντρικό δρόμο, στα Πλάγια, απέναντι από την εκκλησία. Φωτογραφία: Θοδωρής Π. Μποράκης (6/2022).
Ἐμπορικὰ καταστήματα - Λίγα μέτρα πίσω ἀπὸ τὸ καφενεῖο τοῦ Νίκου Τζουρτζουκλῆ,
σὲ ἓνα μικρὸ οἴκημα, λειτούργησε τὸ κρεοπωλεῖο του ὁ Περικλῆς Βαφειάδης μέχρι τὶς
ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1970. Γιὰ κάποια χρόνια, ἀργότερα, τὸ οἴκημα ἐκεῖνο
στέγαζε τὸ κοινοτικὸ ἰατρεῖο καὶ μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ 1980 ποὺ τὸ κοινοτικὸ ἰατρεῖο
στεγάστηκε ὁριστικὰ στὸν χῶρο τοῦ νέου κοινοτικοῦ γραφείου.
Ἀνάμεσα στὰ καφενεῖα τοῦ «Καλαμάτα» καὶ τοῦ Νίκου Τζουρτζουκλῆ, σ’ ἕνα
μικρὸ οἴκημα, λειτούργησε ἀπὸ τὸ 1955 μέχρι τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1980 τὸ
κουρεῖο του ὁ Λευτέρης Γιαννουλάκης ποὺ εἶχε ρίζες ἀπὸ τὸ Μπογάζκιοϊ.
Ἀνατολικὰ τῆς πλατείας, δίπλα στὸ κουρεῖο τοῦ Λευτέρη Γιαννουλάκη, ὑπῆρχε
ἕνα ἄλλο μικρὸ οἴκημα, ἐκεῖνο λειτούργησε γιὰ κάποιο διάστημα στὶς ἀρχὲς τῆς
δεκαετίας τοῦ 1970 ὡς κρεοπωλεῖο ἀπὸ τὸν Νίκο Γκέρλοβα.
Νοτιανατολικὰ τῆς πλατείας, ἀπέναντι ἀπὸ τὰ καφενεῖα τοῦ Λευτέρη
Γιαννουλάκη καὶ τοῦ Νίκου Τζουρτζουκλῆ, λειτούργησε μέχρι τὴ δεκαετία τοῦ 1990
τὸ παντοπωλεῖο του -ποὺ ἦταν καὶ πρατήριο καυσίμων- ὁ Γεώργιος Σαββούδης μὲ
ρίζες ἀπὸ τὴ Μεσαίπολη.
Στὸ σημεῖο ποὺ ὑπῆρχε προπολεμικὰ τὸ καφενεῖο τοῦ Σωκράτη Καράδαγλη,
λειτούργησε τὸ παντοπωλεῖο του μέχρι τὴ δεκαετία τοῦ 1990 ὁ Ἀθανάσιος
Πολιτούδης μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Μεσαίπολη Προύσας.
Στὸ σημεῖο ποὺ βρισκόταν τὸ καφενεῖο τοῦ Γιάννη Γκέρλοβα λειτούργησε ἀπὸ τὸν ἴδιο κατάστημα ψιλικῶν μέχρι καὶ τὴ δεκαετία τοῦ 1980.
Στὴ θέση τοῦ παντοπωλείου τοῦ Χατζησταυρίδη, περὶ τὸ 1955 λειτούργησε
κατάστημα μὲ εἴδη ψιλικῶν καὶ ραπτικῆς ἀπὸ τὴ Μαρίκα Παπαδοπούλου, μέχρι τὰ
μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1970.
Μοδίστρα στὸ χωριὸ ἦταν ἡ Κατίνα Γκιούρνταλη ποὺ διέθετε ἀργαλειὸ καὶ ὕφαινε
χαλιά.
Δίπλα στὸν χώρο τῆς οἰκίας τοῦ Γεώργιου Τσαγκαρᾶ, στὴ δυτικὴ πλευρὰ τῆς
πλατείας, διαμορφώθηκε τὴ δεκαετία τοῦ 1990 τὸ κατάστημα ψιλικῶν τῆς Βαρβάρας
Τσαγκαρᾶ μέχρι τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 2000.
Στὴν κάτω γειτονιά, περὶ τὸ 1955 λειτούργησε καροποιεῖο, στὸν χώρο τοῦ
σπιτιοῦ του, ὁ Ἰωάννης Πασατσιφλικιώτης μέχρι τὸ 1966 ποὺ ἀπεβίωσε. Ὁ ἴδιος
γνώριζε τὴν τέχνη τῆς ἐπισκευῆς ραδιοφώνων, τὴν ἠλεκτρολογία καὶ ἦταν ὁ πρῶτος
συγχωριανὸς ποὺ εἶχε ἀγοράσει καὶ κυκλοφόρησε στὸ χωριὸ αὐτοκίνητο. Ἐπίσης
διέθετε συσκευὴ προβολῆς κινηματογράφου. Εἶχε τὴ φίρμα «Κινηματογράφος Τὰ Ἀστέρια»
στὸ αὐτοκίνητό του κι ὀργάνωνε προβολὲς στὰ καφενεῖα τοῦ χωριοῦ καὶ τῆς γύρω
περιοχῆς.
Τὸ 2ο καροποιεῖο τοῦ χωριοῦ διατηροῦσε ὁ Ἀντώνιος Πεσεντζάκης
καὶ βρισκόταν σὲ οἴκημα 100 μέτρα νοτιοανατολικὰ τῆς πλατείας.
Ἀνάμεσα στὸ καφενεῖο τοῦ «Καλαμάτα» καὶ στὸ καφενεῖο τοῦ Πεσεντζάκη
διατηροῦσε τσαγκαράδικο ὁ Γεώργιος Τσαγκαρὰς ποὺ ἦταν καὶ φωτογράφος (τὸ μαγαζὶ
του ἦταν ὁ χῶρος ποὺ φυλάσσονταν οἱ στολὲς τῆς ποδοσφαιρικῆς ὁμάδας «Ὅμιλος
Πλαγίων» τὴν δεκαετία τοῦ 1970). Ἀργότερα, κατὰ τὴ δεκαετία τοῦ 1980, ὁ ἴδιος ἄσκησε
καὶ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου ὀπωροπώλη. Στὸ σημεῖο ποὺ βρισκόταν τὸ
τσαγκαράδικο τοῦ Γεωργίου Τσαγκαρᾶ, σήμερα λειτουργεῖ κατάστημα ἑστίασης
(πιτσαρία) τῆς Γιώτας Κακατσέρη.
Ἀκόμη ἕνα τσαγκαράδικο διατηροῦσε ὁ Δῆμος Βαλάσης στὸν χῶρο τοῦ σπιτιοῦ
του.
Σὲ μικρὴ ἀπόσταση, ἀνατολικὰ καὶ παραπλεύρως τοῦ σημερινοῦ γραφείου τῆς
κοινό-τητας, ὑπῆρχε κτίριο ποὺ κατὰ τὸ παρελθὸν στέγαζε τὸ κοινοτικὸ ἰατρεῖο. Ἐκεῖ
τὴ δεκαετία τοῦ ’60 γίνονταν τὰ μαθητικὰ συσσίτια καὶ γιὰ ἕνα διάστημα
χρησιμοποιήθηκε καὶ γιὰ κατοικία τοῦ ἱερέα τοῦ χωριοῦ. Σήμερα τὸ κτίριο ἐκεῖνο ἔχει
κατεδαφιστεῖ.
Μετὰ τὴ δεκαετία τοῦ ’60, δραστηριοποιήθηκε ὡς φωτογράφος στὸ χωριό, ἐκτὸς
ἀπὸ τὸν Γεώργιο Τσαγκαρὰ καὶ ὁ Διαμαντὴς Πλατής.
Μὲ τὴν ἐπισκευὴ σαμαριῶν ἀσχολοῦταν ὁ Σοφοκλὴς Σακαλάκης ποὺ εἶχε στὸ χῶρο
τοῦ σπιτιοῦ του τὰ κατάλληλα γιὰ τὴ δουλειὰ ἐργαλεῖα.
Τὸ πεταλωτήριο τοῦ Δημητρίου Ναλμπάντη στὰ Πλάγια. Ἀπὸ τὸ ἀρχεῖο τῆς κ. Θωμαὴς Χαραλαμπάκη.
Χαμηλότερα ἀπὸ τὸ σχολεῖο καὶ τὸ σημερινὸ γραφεῖο τῆς κοινότητας, στὸν χῶρο
ποὺ βρισκόταν προπολεμικὰ τὸ καφενεῖο τοῦ Νάτσκου, λειτούργησε ἀρτοποιεῖο ὁ
Γιάννης Σακαλάκης μέχρι τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1980.
Σιδερὰς δὲν ὑπῆρχε στὸ χωριὸ ἀλλὰ στὸ χωριὸ Δογάνη, ποὺ λειτουργοῦσε
σιδεράδικο ὁ Ἀλέξανδρος Ζαφειρόπουλος.
Στὸν Ἀξιὸ ποταμό, στὸν κάμπο τῶν Πλαγίων, ἐργαζόταν ὡς βαρκάρης ὁ Ἀπόστολος Μουκατατζάκης, ὅπου στὴν ὄχθη τοῦ Ἀξιοῦ ποταμοῦ χειριζόταν τὴν κατασκευὴ (τὸ «σέλι»), καὶ μεριμνοῦσε γιὰ τὴ μεταφορὰ τῶν χωριανῶν μὲ τὸ ὑποζύγιο καὶ τὸ κάρο τους στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς περιοχῆς Εὐζώνων.
Ἀγοραῖο ταξὶ στὴν περιοχὴ εἶχε ὁ Κωνσταντῖνος Παλάδης, ἀπὸ τὸ Σκρά, κι ἀργότερα
κατὰ τὴ δεκαετία τοῦ 1990 ὁ Εὐάγγελος Παπαδόπουλος ἀπὸ τὴν Εἰδομένη.
Ἀπασχολήθηκαν μὲ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου ὀπωροπώλη οἱ: Ἀπόστολος
Μουτσάκης Ἰωάννης Λαμπαδάρης (παππούς), Παντελὴς Λαμπαδάρης, Ἀντώνιος
Τσαγκαράς, Γεώργιος Τσαγκαράς κ.ἂ.
Τὴ δεκαετία τοῦ 1970, δραστηριοποιοῦνταν στὴν
κτηνοτροφία περὶ τὶς 10 οἰκογένειες μὲ ἰσάριθμες στάνες γιὰ γιδοπρόβατα καὶ
βοοειδή.
Τὶς τελευταῖες δεκαετίες λειτουργεῖ τὸ σύγχρονο οἰνοποιεῖο Σακαλάκη, οἱ ἐγκαταστάσεις
του βρίσκονται στὴν κάτω γειτονιὰ τοῦ χωριοῦ, στὸν κεντρικὸ δρόμο λίγο πρὶν τὸ
γήπεδο. Στὶς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 2020, ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἀμπελουργία καὶ τὴν
οἰνοποιία περὶ τὶς 16 οἰκογένειες ἐνῶ ὑπάρχουν καὶ οἰκογενειακὲς ἐγκαταστάσεις ἐπεξεργασίας
προϊόντων μελιοῦ.
Την δεκαετία του 2020 στο χωριό λειτουργούν τα καταστήματα "Καφέ της Ελένης", "ΖΕΑ Πίτσα" και "Καφέ Διατηρητέο".
Εκκλησιαστική ζωή
Μαθητικὲς παραστάσεις, παρελάσεις καὶ γυμναστικὲς ἐπιδείξεις - Οἱ μαθητὲς τοῦ
σχολείου, τὶς ἐποχὲς ποὺ ὅλες οἱ τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ ἦταν πλήρεις παιδιῶν, κατὰ
τὶς ἐθνικὲς γιορτὲς ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ τέλος τῆς σχολικῆς χρονιᾶς, μὲ μέριμνα τῶν
διδασκόντων, ἔδιναν παραστάσεις μπροστὰ στὸ κοινό, εἴτε σὲ μορφὴ θεατρικῶν
δρώμενων μέσα στὸ κτίριο τοῦ σχολείου, εἴτε σὲ μορφὴ γυμναστικῶν ἐπιδείξεων κατὰ
τὸ τέλος τῆς σχολικῆς χρονιᾶς, στὸν χῶρο τοῦ προαύλιου. Κατὰ τὶς ἐθνικὲς
γιορτὲς οἱ μαθητὲς μὲ παραδοσιακὲς φορεσιές, παρέλαυναν στὸν κεντρικὸ
δρόμο τοῦ χωριοῦ μετὰ τὴ λήξη τῶν ἐκδηλώσεων κατάθεσης στεφάνων στὸ μνημεῖο
πεσόντων ποὺ βρισκόταν παλαιότερα ἀπέναντι ἀπὸ τὸ γραφεῖο τῆς παλιᾶς
κοινότητας. Μέχρι τὴ δεκαετία τοῦ 1970, στὴν παρέλαση ἐκτὸς τῶν μαθητῶν
συμμετείχε καὶ οὐλαμὸς τῶν Μ.Α.Υ. (Μονάδων Ἀσφαλείας Ὑπαίθρου), συγχωριανῶν ποὺ
δὲν φοροῦσαν στολὴ ἀλλὰ ἦταν ἔνοπλοι γιατὶ διέθεταν πολεμικὰ τουφέκια ποὺ τοὺς
τὰ εἶχε χορηγήσει ὁ στρατός. Οἱ οὐλαμοὶ ξεκινοῦσαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἀπὸ τὴν
κάτω γειτονιὰ και περνοῦσαν μπροστὰ ἀπὸ τὸ γραφεῖο τῆς Κοινότητας ὅπου
βρίσκονταν οἱ ἐπίσημοι καὶ τὸ σύνολο τῶν θεατῶν.
Μαθητικὴ παράσταση στὸ δημοτικὸ σχολεῖο Πλαγίων την 25η Μαρτίου 1970. Εἰκονίζονται ἀπὸ ἀριστερά: Εὐαγγελία Σακαλάκη, Παναγιώτα Καστελιώτη, Κούλα Καραογλάνη, Ἀσημένια Τζουρτζουκλή, Ἀντωνία Πασατσιφλικιώτη. "Λαβωμένος ἥρωας" ὁ Παναγιώτης Πασχαλέρης, "Παπαφλέσας" ὁ Ἀλέξανδρος Πουλίδης. Ἀπὸ τὸ ἀρχεῖο τῆς κ. Ἀντωνίας Κούντιου - Πασατσιφλικιώτη.
Σχολικοὶ ἀγῶνες δημοτικῶν σχολείων - Πρὸς τὸ τέλος τῆς σχολικῆς χρονιᾶς, στὰ τέλη Μαΐου, μέχρι τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1970, διοργανώνονταν οἱ «σχολικοὶ ἀγῶνες δημοτικῶν σχολείων τμήματος Φανοῦ» (ποὺ μετὰ τὸ 1969 μετονομάστηκαν σὲ «σχολικοὶ ἀγῶνες δημοτικῶν σχολείων Ν. Κιλκίς». Ἀργότερα οἱ σχολικοὶ ἀγῶνες ἐξελίχτηκαν σὲ πανελλήνιους γιὰ μαθητὲς γυμνασίων καὶ λυκείων. Στοὺς ἀγῶνες αὐτοὺς λάμβαναν μέρος μαθητὲς τῶν τελευταίων τάξεων τοῦ δημοτικοῦ ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴ φυσική τους κατάσταση. Οἱ Πλαγιῶτες μαθητὲς ποὺ λάμβαναν μέρος, ἀγωνίζονταν συνήθως στὸ γήπεδο Ἀξιουπόλεως (ἐνῶ παλαιότερα ἀγωνίζονταν στὸ προαύλιο τοῦ σχολείου τοῦ Φανοῦ) στὰ ἀθλήματα: ἀγώνας δρόμου, ἅλμα εἰς ὕψος, ἅλμα εἰς μῆκος, ρίψη σφαίρας κ.ἂ. Στοὺς μαθητὲς καὶ τὶς μαθήτριες ποὺ διακρίνονταν στὰ ἀθλήματα, ἀπονέμονταν ἔπαινος καὶ μετάλλιο.
Γυμναστικὲς ἐπιδείξεις στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο Πλαγίων στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1960. Ἀπὸ τὸ ἀρχεῖο τῆς κ. Βοῦλας Ἰντζέ - Πασατσιφλικιώτη.
Τὰ πάρτι τῆς δεκαετίας τοῦ 1970 - Τὸ πρῶτο πάρτι στὸ χωριὸ εἶχε διοργανώσει τὸ 1970 ὁ Γ. Π. στὸ σπίτι του. Εἶχε φέρει πικὰπ μὲ δίσκους τῶν The Beatles καὶ πάνω ἀπὸ 20 νεαροὶ καὶ νεαρὲς τοῦ χωριοῦ διασκέδασαν μὲ βερμοὺτ καὶ οὐίσκι τὸ βράδυ ἐκεῖνο. Ἡ ἐμφάνιση τῆς νέας μόδας προκάλεσε ἀντιδράσεις στὶς οἰκογένειες τῶν χωριανῶν, ποὺ καταφθάναν ἔξω ἀπὸ τὸν χῶρο τοῦ πάρτι γιὰ νὰ συμμαζέψουν τὰ παιδιά τους!
Στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1970, τὶς Κυριακὲς τὰ ἀπογεύματα, ὁ Θ. Α. ἔφερνε πικὰπ μὲ μπαταρίες στὴν Καστανιὰ καὶ πλῆθος νεολαίων τοῦ χωριοῦ ὀργάνωναν ὑπαίθρια πάρτι. Ἀργότερα, τὴ δεκαετία τοῦ ’80, τὰ πάρτι γίνονταν στὸν σύλλογο, στὸ σχολεῖο.
Παίζοντας ἑλληνο-κομίτατζη… - Τὸ ἑλληνο-κομίτατζη ἦταν ὁμαδικὸ παιχνίδι ποὺ ἔπαιζαν τὶς νύχτες τὰ παιδιὰ κι οἱ ἔφηβοι στὸ χωριὸ ἀπὸ τὰ χρόνια τοῦ μεσοπολέμου μέχρι καὶ τὴ δεκαετία τοῦ ’80. Ἦταν παρόμοιο μὲ τὸ κρυφτό, μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι σχηματίζονταν δύο μεγάλες ὁμάδες παιδιῶν, μὲ ἕναν ἀρχηγὸ ἀνὰ ὁμάδα, ποὺ οἱ μὲν κρύβονταν κι οἱ δὲ τοὺς ἀναζητοῦσαν. Πεδίο δράσης τῶν ὁμάδων ἦταν ὁλόκληρο τὸ χωριό. Οἱ συνήθεις κρυψῶνες ἦταν προσβάσιμοι ἀχυρῶνες, πλατφόρμες τῶν τρακτέρ, κοτάρες (κατασκευὲς ἀπὸ ξύλο καὶ συρμάτινο πλέγμα ποὺ χρησίμευαν στὴ φύλαξη καλαμποκιοῦ), μπαξέδες, γεφύρια ποὺ βρίσκονταν στὸν κεντρικὸ δρόμο, τὰ προαύλια τοῦ σχολείου καὶ τοῦ νηπιαγωγείου, ἐρείπια γκρεμισμένων σπιτιῶν, δέντρα ποὺ παρείχαν εὔκολη ἀναρρίχηση, κοντινὰ στὸ χωριὸ πολυβολεῖα τοῦ στρατοῦ, τὰ «πευκά-κια» στὴν περιοχὴ τοῦ γηπέδου, ἡ «Καστανιά» κ.λπ. Μέσα σὲ καθορισμένο χρόνο ἡ μία ὁμάδα σχεδίαζε τὴ δράση της καὶ διασκορπίζονταν γιὰ νὰ κρυφτεῖ. Ἡ ἂλλη ὁμάδα ξεκινοῦσε τὴν ἀναζήτηση χωρισμένη σὲ παρέες τῶν 2 ἢ τριῶν ἀτόμων. Ἄν ἀνακαλύ-πτονταν ὁ ἀρχηγὸς τῆς ὁμάδας τῶν «κρυμμένων», ἡττοῦνταν ὁλόκληρη ἡ ὁμάδα κι ὑποχρεοῦνταν οἱ ἡττημένοι πιά, νὰ αναζητοῦν τὴν ἀντίπαλη ὁμάδα. Ὁποιονδήποτε ἄλλον ἀνακάλυπταν ἀπὸ τοὺς «κρυμμένους» ἐκεῖνος ἔμενε ἐκτὸς παιχνιδιοῦ, μέχρι νὰ βρεθεῖ ὁ ἀρχηγός του. Οἱ «καμένοι» συγκεντρώνονταν στὴν πλατεία καὶ προσπαθοῦσαν κρυφά, μὲ προκαθορισμένα τεχνάσματα, σημάδια καὶ συνθηματικὰ νὰ βοηθήσουν τὶς κινήσεις τοῦ ἀρχηγοῦ τους, γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν ἀνακάλυψή του ἀπὸ τοὺς διώκτες του.
«Ὅμιλος Πλαγίων» - Τὴ δεκαετία τοῦ 1970 εἶχε ὀργανωθεῖ ἐρασιτεχνικὴ
ποδοσφαιρικὴ ὁμάδα μὲ νέους τοῦ χωριοῦ, μὲ τὸν τίτλο «Ὅμιλος Πλαγίων». Στὶς μαῦρες
φανέλες τῶν παικτῶν ὑπῆρχε στὸ μέρος τῆς καρδιᾶς ἕνας λευκὸς κύκλος μὲ τὰ
μονογράμματα «Ο.Π.» τυπωμένα μὲ μαῦρο χρῶμα.
Ἡ ὁμάδα τοῦ χωριοῦ διοργάνωνε ποδοσφαιρικὰ παιχνίδια μὲ τὶς ὁμάδες τῶν
χωριῶν Εἰδομένης, Χαμηλοῦ, Φανοῦ, Σκρᾶ καὶ τοῦ στρατιωτικοῦ φυλακίου στὸ ὕψωμα
«412». Γιὰ τοὺς ἐκτὸς ἕδρας ἀγῶνες οἱ παῖκτες τῆς ὁμάδας μετακινοῦνταν ἀπὸ τὸ
χωριὸ μὲ τρακτέρ, πεζὴ ἢ μὲ τὸ ἀγοραῖο ταξὶ τοῦ Κώστα Παλάδη.
Κατὰ τὸ διάστημα ἀπὸ τὸ 1957 - 1970 ἀγωνίστηκαν κατὰ διαστήματα στὴν ὁμάδα
τοῦ χωριοῦ οἱ: Κωνσταντῖνος Παλαλάκης, Δημήτρης (Μίμης) Γκέρλοβας, Ἀθανάσιος
Γκέρλοβας, Γιῶργος Πεσιτζάκης, Κώστας Πεσιντζάκης, Σπύρος Ζηγόπουλος, Ἀθανάσιος
Γκότσης, Δαμιανὸς Παρλαπάνης, Ἰωάννης Τσαχάκης, Ἀπόστολος Τσαχάκης, Θεόδωρος Οὔλης,
Τάσος Καραδενιζλής, Κώστας Φωτεινός, Κλήμης Κακατσέρης, Παναγιώτης Ταρσάκης, Ἀναστάσιος
Καλάθιας, Θρασύβουλος Γκέρλοβας, Παντελὴς Ρέπος (τερμ.), Ἀνδρέας Σμυρλίδης
(τερμ.) κ.ἂ.
Στὴν ὁμάδα τοῦ χωριοῦ, κατὰ τὸ διάστημα τῆς δεκαετίας τοῦ 1970 ἀγωνίστηκαν
οἱ: Γιάννης Λαμπαδάρης, Γιάννης Βουτσής,
Ἀνέστης Ἀνθάκης, Θεόφιλος Ἀρναουτίδης, Θρασύβουλος Γκέρλοβας, Κώστας
Πεσιντζάκης, Κώστας Ρέπος, Σοφρώνης Ρέππος, Κώστας Σβάνος, Κώστας Σβωρόνος,
Θανάσης Δελάκης, Γιῶργος Ντοκμετζής,
Παναγιώτης Ἑκατοδράμης, Ἰωάννης Ἑκατοδράμης, Στέλιος Πλατής, Κλήμης
Κακατσέρης, Δημήτριος Ἀπ. Μουτσάκης, Γιῶργος Πασχαλέρης, Ἀναστάσιος
Παπαναστασίου, Τάσος Μπούρας, Στάθης Πουλίδης, Κώστας Διονυσόπουλος, Παντελὴς
Ρέπος (τερμ.) κ.ἂ.
Τὸ 1965, χαρακτηριστικὸς ἦταν ὁ ἀγώνας ποὺ διοργανώθηκε μεταξὺ τῆς ὁμάδας
τῶν Πλαγίων καὶ τοῦ στρατιωτικοῦ προσωπικοῦ τῆς Μ.Ο.Μ.Α. (Μικτὲς Ὁμάδες
Μηχανημάτων Ἀνασυγκροτήσεως) ποὺ διαμόρφωνε τὸν κεντρικὸ χωματόδρομο τοῦ χωριοῦ.
Ἡ νίκη τῆς ὁμάδας τοῦ χωριοῦ ἔγινε ἡ αἰτία νὰ διαμορφωθεῖ ὁ χῶρος τοῦ γηπέδου μὲ
τὰ μηχανήματα τῆς Μ.Ο.Μ.Α (ἦταν τὸ στοίχημα γιὰ τὴν νίκη τῶν Πλαγιωτῶν)!
Ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους ἀγῶνες τοῦ «Ὁμίλου Πλαγίων» ἦταν ὁ ἀγώνας ποὺ ἔγινε
τὸ 1972 στὴν ἔδρα τοῦ χωριοῦ Τούμπα Παιονίας, ἐναντίον τῆς ὁμάδας «Παῖον
Τούμπας» ἀλλὰ κι ὁ ἀγώνας ποὺ ἔγινε τὸ 1973 στὴν ἔδρα τῆς Ἀξιούπολης ἐναντίον τῆς
ὁμάδας «Ἐθνικὸς Ἀξιουπόλεως» ποὺ ἔληξε 5-2 ὑπὲρ τοῦ «Ἐθνικοῦ».
Ἦταν καὶ τὰ τοπικὰ ντέρμπι ποὺ εἶχαν γίνει ἔθιμο ὅπως τὸ ντέρμπι τοῦ
πανηγυριοῦ τοῦ χωριοῦ ποὺ διεξάγονταν στὰ Πλάγια κάθε χρόνο, μεταξὺ Πλαγίων καὶ
Φανοῦ. Ὑπῆρχε μεγάλη ἀντιπαλότητα μεταξὺ αὐτῶν τῶν ὁμάδων, ποὺ ἐκδηλωνόταν μὲ
πολλὲς ἀντιπα-ραθέσεις. Ἡ χαρακτηριστικότερη καὶ κωμικότερη ὅλων ἦταν στὶς ἀρχὲς
τῆς δεκαετίας τοῦ 1970, ὅταν οἱ νεαροὶ Πλαγιῶτες, κατὰ τὴ διάρκεια ἑνὸς ἀπὸ τοὺς
ἀγῶνες μὲ τὸν Φανό, ἔλυσαν κι ἔδιωξαν τὰ ἄλογα μὲ τὰ ὁποῖα εἶχαν ἔρθει στὰ
Πλάγια οἱ Φανιῶτες, καθὼς τὰ εἶχαν δεμένα στὰ πεῦκα, κοντὰ στὸ γήπεδο.
Ἄλλο ντέρμπι ἦταν ὁ ἀγώνας μεταξὺ νυμφευμένων καὶ ἀνύμφευτων τοῦ χωριοῦ, ποὺ διεξαγόταν κάθε χρόνο, τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀνάστασης.
Τὴν ἐποχὴ τῆς ἐπιστράτευσης, τὸ 1974, τὰ στρατιωτικὰ φυλάκια τῆς περιοχῆς
εἶχαν ἐνισχυθεῖ σημαντικὰ μὲ στρατιῶτες καὶ μὲ ἐπιστρατευμένους ἐφέδρους, μὲ ἀποτέλεσμα
νὰ πυκνώσουν καὶ οἱ διεξαγωγὲς ἀγώνων μεταξὺ τῶν στρατιωτῶν καὶ τοῦ «Ὁμίλου
Πλαγίων». Ἦταν συνηθισμένο, στὰ ἐντὸς ἕδρας παιχνίδια, ὅταν ἡ ὁμάδα τοῦ χωριοῦ
εἶχε ἀπουσίες παικτῶν, τοὺς ἀπόντες νὰ τοὺς ἀναπληρώνουν στρατιῶτες τοῦ
φυλακίου τοῦ «412».
Ἀπὸ τὸ 1977 μέχρι καὶ τὸ 1982, τὴν ὁμάδα ὀργάνωσαν: ὁ Βασίλης
Δρουγουνάκης, ὁ Διαμαντὴς Πλατὴς ποὺ ὑπῆρξε καὶ ὁ φωτογράφος τῆς ὁμάδας, ὁ
Κώστας Πασχαλέρης, ὁ Ἀλέξανδρος Πουλίδης, ὁ Κώστας Στράντζαλης, ὁ Πρόδρομος
Παλαμπουγιούκης, ὁ Νίκος Κοντούδης κ.ἂ. Οἱ παῖκτες πλέον φοροῦσαν κιτρινόμαυρες
στολὲς -χωρὶς τὰ μονογράμματατα «Ο.Π.»- ποὺ τὶς διατηροῦσε στὸ τσαγκαράδικό του
ὁ Γιώργης Τσαγκαρὰς καὶ τὶς παρέδιδε στοὺς παῖκτες πρὶν τὴν ἔναρξη τοῦ ἀγώνα. Ὁ
Διαμαντὴς Πλατής, ἐκεῖνο τὸ διάστημα, εἶχε καταφέρει νὰ ἀνανεώσει τὶς στολὲς τῆς
ὁμάδας τοῦ χωριοῦ, φέρνοντας στολὲς καὶ παπούτσια ἀπὸ τὸν Π.Α.Ο.Κ. καὶ τὸν Ἐθνικὸ
Ἀξιούπολης.
Ποδὸσφαιρο καὶ κυριακάτικη βόλτα - Μέχρι τὰ μέσα τῆς
δεκαετίας τοῦ 1980, συνηθιζόταν τὰ κυριακάτικα ἀπογεύματα τοῦ καλοκαιριοῦ,
μόλις τελείωναν καὶ οἱ -σχετικὲς μὲ τὰ καπνὰ- δουλειὲς τῆς μέρας, νὰ
συγκεντρώνεται ἡ νεολαία τοῦ χωριοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ γηπέδου καὶ νὰ
διοργανώνεται ἐρασιτεχνικὸς ποδοσφαιρικὸς ἀγώνας ἀπὸ τοπικοὺς ἀλλὰ καὶ ὅσους
Πλαγιῶτες ἔπαιζαν σὲ ἐρασιτεχνικὲς ὁμάδες τῆς Θεσσαλο-νίκης. Οἱ νεαροὶ τοῦ
χωριοῦ, ἄλλοτε διοργάνωναν μεταξύ τους ἀγώνα κι ἄλλοτε μὲ ὁμάδες τῶν γειτονικῶν
χωριῶν τῆς Εἰδομένης ἢ τοῦ Φανοῦ. Μὲ τὴ λήξη τοῦ ἀγώνα, κι ἐνῶ ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή
τους σιγὰ σιγὰ καὶ οἱ νεαρὲς Πλαγιώτισσες, ποδοσφαιριστὲς καὶ θεατὲς τοῦ ἀγώνα ἔσπευδαν
νὰ ἐτοιμαστοῦν γιὰ τὴν κυριακάτικη βόλτα.
Ὁ δρόμος τῆς «βόλτας» ἦταν τὸ τμῆμα τῆς διαδρομῆς
Πλαγίων - Εἰδομένης ποὺ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν πινακίδα «ΠΛΑΓΙΑ» στὴν εἴσοδο τοῦ
χωριοῦ κι ἔφτανε μετὰ τὸ ἀμπέλι τοῦ Τζουρτζουκλῆ, μέχρι τὴν πρώτη μεγάλη στροφὴ
πρὸς Εἰδομένη.
Τὸ σούρουπο κάθε Κυριακῆς, τὸ κομμάτι ἐκεῖνο τοῦ
κεντρικοῦ δρόμου γινόταν δύσκολα προσπελάσιμο ἀπὸ τὰ αὐτοκίνητα λόγω τῆς πυκνῆς
κοσμοσυρροῆς. Συγχωριανοὶ ἀνεξαρ-τήτως ἡλικίας ἀλλὰ καὶ στρατιῶτες τοῦ φυλακίου
τοῦ «412» διάλεγαν τὴ «βόλτα» γιὰ τὴν κυριακάτικη ψυχαγωγία τους, ἐνῶ παράλληλα
μὲ τὸν κεντρικὸ δρόμο, ἔπαιρναν ζωὴ τὸ παλιὸ νηπιαγωγεῖο ποὺ βρισκόταν στὴν
περιοχὴ καὶ τὰ «πευκάκια», τὸ παρακείμενο δασάκι.
Τρεῖς ἀπὸ τοὺς παῖκτες τοῦ "Ὁμίλου Πλαγίων", στὸ γήπεδο τοῦ χωριοῦ, στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ '70. Ἀπὸ ἀριστερά: Ἰωάννης Βουτσής, Ἀνέστῃς Ἀνθάκης, Ἰωάννης Λαμπαδαρίου. Ἡ λήψη τῆς φωτογραφίας ἔγινε ἀπό το φωτογράφο Διαμαντὴ Πλατή. Ἀπὸ τὸ ἀρχεῖο τῶν κ.κ. Ἰωάννη Λαμπαδαρίου καὶ Δήμητρας Βουλανά.
Πολιτιστικὸς Σύλλογος - Ὁ Πολιτιστικὸς Σύλλογος Πλαγίων πρωτοιδρύθηκε
τὴ δεκαετία τοῦ 1980. Δραστηριοποιοῦνταν κατὰ ἐποχὲς ἀλλὰ μὲ μακρὲς περιόδους ἀδράνειας.
Γιὰ τὴν ὀργάνωσή του πρόσφεραν κατὰ διαστήματα οἱ: Γιώργος Καραδενιζλής,
Στέλιος Πλατής, Κωνσταντῖνος Πασχαλέρης, Ζωή Γκέρλοβα, Λάμπης Ἐκιντζίδης κ.ἂ.
Τὸ ἐντευκτήριο τοῦ συλλόγου, τὴ δεκαετία τοῦ 1980, στεγαζόταν σὲ μιὰ
βοηθητικὴ αἰθουσα στὸ πίσω μέρος τοῦ δημοτικοῦ σχολείου, ποὺ εἶχε διαμορφωθεῖ
κατάλληλα.
Ἀπὸ τὸ 2010, γιὰ 3 συνεχόμενα χρόνια, στὶς ἀρχὲς τοῦ Σεπτεμβρίου, ὁ σύλλογος διοργάνωνε «Γιορτὲς Κρασιοῦ»[2] μὲ μουσικὲς ἐκδηλώσεις στὴν πλατεία τοῦ χωριοῦ.
Τὸ 2013, σύμφωνα μὲ στιγμιότυπα σχετικοῦ βίντεο, γιορτάστηκαν στὴν
πλατεία τοῦ χωριοῦ τὰ «κούλουμα», μὲ τὸ παραδοσιακὸ «γαϊτανάκι» καὶ τοὺς
«μασκαράδες».
Το βιβλίο ιστορίας του χωριού - Το 2022, μετά από 10ετή μελέτη, ο Θεόδωρος Π. Μποράκης κατάφερε να καταγράψει την ιστορία των Πλαγίων σε βιβλίο με τίτλο "Κοινότης Πλαγίων εν Παιονία Κιλκίς". Το βιβλίο διατίθεται σε ψηφιακή μορφή για να μπορεί να το διαβάζει ελεύθερα όποιος επιθυμεί.
Ἐκδρομές - Ἀπὸ τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1960, διοργανώνονταν ἀπὸ τὸν Διαμαντὴ Πλατὴ ἐκδρομὲς μὲ τουριστικὰ λεωφορεῖα, μὲ προορισμὸ τὴ Νέα Μηχανιώνα (στὴ γιορτὴ τῶν ἐννιάμερων τῆς Θεοτόκου), τὸν Μακρύγιαλο Πιερίας καὶ τὰ Νέα Μουδανιὰ Χαλκιδικῆς γιὰ τὰ καλοκαιρινὰ μπάνια τῶν συγχωριανῶν. Μετὰ τὸν Διαμαντὴ Πλατή, τὴ διοργάνωση τῶν ἐκδρομῶν συνέχισε ἡ Αἰκατερίνη Γκιούρταλη. Τὸ 2024 μὲ μέριμνα τῆς Κοινότητας Πλαγίων, και του Προέδρου Δημήτρη Αν Μουτσάκη διοργανώθηκαν ἐκδρομὲς γιὰ τοὺς κατοίκους τοῦ χωριοῦ.
[1]
Τὰ στοιχεῖα ἐλήφθησαν ἀπὸ διηγήσεις τῶν κ.κ. Ἄννας Μποράκη - Μουτσάκη, Ἀντωνίας
Κούντιου - Πασατσιφλικιώτη, Κούλας Κεχαΐδου - Καραογλάνη.
Πεσόντες τοῦ χωριοῦ
Τρεῖς Πλαγιῶτες φονεύθηκαν στὸν ἑλληνοιταλικὸ πόλεμο 1940 - 1941.
Ἕνας Πλαγιώτης δολοφονήθηκε στὸν μύλο, στὴν περιοχὴ τοῦ χωριοῦ Χαμηλό, ἀπὸ
τὸν βουλγαρικὸ στρατὸ κατοχῆς στὶς 17 Ἰανουαρίου 1944.
Δύο Πλαγιῶτες δολοφονήθηκαν, στὴ διαδρομὴ πρὸς τὴν Εἰδομένη, ἀπὸ τοὺς ἀντάρτες τὸ καλοκαίρι τοῦ 1944.
Τέσσερις Πλαγιῶτες σκοτώθηκαν στὸ Κιλκὶς πολεμώντας στὸ πλευρὸ τῶν ἔνοπλων
ἀντικομουνιστῶν, στὴ μάχη κατὰ τῶν ἀνταρτῶν τῆς Ἀριστερᾶς τὸν Νοέμβριο τοῦ
1944.
Τέσσερις Πλαγιῶτες σκοτώθηκαν πολεμώντας στὸ πλευρὸ τῶν ἀνταρτικῶν ὁμάδων
τοῦ Ε.Λ.Α.Σ. στὴ διάρκεια τῆς Κατοχῆς καὶ τῆς ἀνταρσίας τοῦ «Δημοκρατικοῦ
Στρατοῦ» τῆς Ἀριστερᾶς, ὁ ἓνας ἐκ τῶν ὁποίων ἐκτελέστηκε στὰ Γιαννιτσὰ στὶς 26 Ἰουλίου
1946, μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ ἔκτακτου στρατοδικείου.
Δύο Πλαγιῶτες (ὁ πρόεδρος κι ὁ ἀγροφύλακας τοῦ χωριοῦ) δολοφονήθηκαν σὲ ἐνέδρα
ἀπὸ τοὺς ἀντάρτες τῆς Ἀριστερᾶς, τὴν 29 Ἰουλίου 1946, στὸν δρόμο γιὰ τὴν Ἀξιούπολη.
Τέσσερις Πλαγιῶτες (μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ γραμματέας τῆς κοινότητας) τοὺς ἄρπαξαν
οἱ ἀντάρτες τῆς Ἀριστερᾶς ἀπὸ τὸ χωριό, κατὰ τὸ διάστημα 1946 - 1949, καὶ τοὺς
δολοφόνησαν στὴν περιοχὴ «κόκκινη χαράδρα» ποὺ βρίσκεται στὴν ὀρεινὴ διαδρομὴ ἀπὸ
τὰ Πλάγια πρὸς τὸ Σκρά.
Δύο Πλαγιῶτες δολοφονήθηκαν στὴν Ἀξιούπολη ἀπὸ ἐπίθεση ἀντικομουνιστικῶν
ὁμάδων.